Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Στην Πόλη των Τρελών

Ξημερώνει μια απλή συνηθισμένη ημέρα, και ως συνήθως στο δρόμο μου προς το κέντρο, το λεωφορείο βρίσκεται κολλημένο στην κίνηση της Αθήνας. Όσο πιο γρήγοροι οι ρυθμοί τις πόλης, τόση πιο πολύ ώρα χαλάει ανούσια ο κόσμος της πόλης στους δρόμους. Σε αυτήν την τόσο αναζωογονητική και δημιουργική κατάσταση, εννοώντας τους ανήσυχους επιβάτες ενός λεωφορείου, όπου μπορεί κάποιος να ασχοληθεί είτε με λογοτεχνία, είτε με μουσική, είτε με την κοινωνικοποίηση μέσω κινητού ή μέσω του διπλανού. Εγώ προτίμησα την λιγότερη δημιουργική στάση και έγειρα το κεφάλι μου για να πάρω τον πρωινό μου ύπνο.


Όμως ποιος αναλογίζεται το δράμα του κακόμοιρου του οδηγού, καθώς το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να ανάψει το τσιγάρο του και να περιμένει το ποτάμι να κυλήσει; Δεν προλαβαίνει ο άνθρωπος να πάρει την δεύτερη ρουφηξιά και μια φωνή από το βάθος ακούγεται να ειρωνεύεται: " Να μεταφέρετε όσοι έχετε συγγενείς σε Αμερική και Αυστραλία, ότι εδώ στο Γιουνανιστάν, ο οδηγός κάνει ότι γουστάρει μέσα στο λεωφορείο, όπως ας πούμε τσιγάρο".


Σουρρεαλιστικό πλάνο στον ατάραχο αρχικά οδηγό, όπου αναρωτιέται ποιος τόλμησε να πει την χώρα του Γιουνανιστάν, και φυσικά ούτε που απαντάει στην εύλογη παρατήρηση περί καπνίσματος. Αμέσως το λεωφορείο διχάζεται, και το μισό υποστηρίζει τον οδηγό και το άλλο μισό τον επιβάτη. Τα τσιγάρα μπλέκουν με τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη, ενώ καγκουρό "χοροπηδάνε" γύρω τους χαρούμενα. ¨Όταν οι άλλοι τρώγανε βελανίδια... εμείς καπνίζαμε μαζί με την Πυθία". Η φραστική αντιπαράθεση κινδυνεύει να μετατραπεί σε συμπλοκή μεταξύ επιβάτη και οδηγού, όταν επιτέλους ο δρόμος ανοίγει την κρίσιμη στιγμή οπότε αντιδρούν οι ψυχραιμότεροι και προχωράμε μπροστά.


Κάποιοι πρέπει να πάνε και στην δουλειά, ενώ άλλοι προσπαθούν να κοιμηθούν. "Έχουμε δρόμο μπροστά μας παιδιά, χαλαρώστε. Αν ήθελα να πλακωθώ, θα έπαιρνα το αυτοκίνητο μου και θα ξεσπούσα στον πρώτο άσχετο".
Είμαι σίγουρος, ότι ο καθένας έχει να διηγηθεί μια παρεμφερή ιστορία. Μόνο τον τελευταίο μήνα μου έχουν συμβεί τρεις περιπτώσεις: πότε με ψάρια, πότε με απότομη οδήγηση, πότε με τσιγάρο. Ανήμερα θεριά γινόμαστε όλοι, να κατασπαράξουμε ο ένας τον άλλο, χωρίς προφανή λόγο. Μάλλον λόγοι υπάρχουν πολλοί, αλλά σίγουρα δεν φταίει ο κάθε άσχετος δίπλα μας. Ας κοιτάξουμε στον καθρέφτη και ας σκεφτούμε λιγάκι πριν εκτονωθούμε.

Αν και ελπίδα για την Αθήνα δεν υπάρχει. Όπως μου είπε πρόσφατα μια φίλη, τι περιμένεις από μια πόλη που ο ήλιος ανατέλλει από τον Τρελό και δύει στο Δαφνί...

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008

Απαγορευτικό Απόπλου - 1

Ο αέρας δυναμώνει ώρα με την ώρα σε τούτη την βρώμικη πόλη, σφυρίζει από τις κόγχες των κτιρίων και ορμάει απειλητικά να σαρώσει όλες τις ψευδαισθήσεις. Όλος ο κόσμος κλείνεται στα μικρά κουτάκια του, αμπαρώνοντας πόρτες και παράθυρα. Σαν υπνωτισμένοι παρατηρούν τα δέντρα να λυγάνε, τις σημαίες να ξεσκίζονται πριν καν προλάβουν να κυματίσουν, τα φύλλα να στροβιλίζονται στους δρόμους και το χώμα να μετατρέπεται σε σκόνη. Και ακόμα δεν έχει φορτώσει ο καιρός...


Μα οι άμοιροι πολίτες, αποκλεισμένοι και κλεισμένοι σε τέσσερις τοίχους, νομίζουν ότι θα γλιτώσουν. Δεν τολμάνε να ξεμυτίσουν σε τούτο το θυμωμένο καιρό, φόβος και τρόμος για τις τρομαχτικές ριπές που αποκτάνε φωνή και ουρλιάζουν τα ονόματα ξεχασμένων δαιμόνων.Τα καντήλια τρεμοσβήνουν, μαζί και οι θεοί των ανθρώπων στέκονται ανήμποροι σε τούτο τον χαλασμό. Οι ιερείς τρομαγμένοι προσπαθούν να εξευμένισουν τον θεό τους, αλλά οι εκλησσίες βουλιάζουν στο βούρκο τους και οι ικεσίες τους γίνονται σύννεφα για ένα άλλο ουρανό. Κουράστηκε τούτος ο καιρός από ψέμματα και υποσχέσεις.
Δεν θα προλάβουν να στείλουν όυτε ένα μήνυμα βοήθειας. Οι κεραίες συνθλίβονται και τα καλώδια πάλλονται σε αρμονική ακολουθία παίζοντας το τραγούδι της θύελλας. Όλες οι επικοινωνίες ανακατεύονται, κύματα ραδιοφωνικά μπλέκουν με κύματα τηλεφωνικά. Όλες οι φωνές των ανθρώπων ακούγονται πλέον ως μια ακατάσχετη φλυαρία, που συνοδεύει την βοή του ανέμου. Ο μόνος που μεταφέρει πλεον εικόνες και ήχους είναι αυτός ο σκληρός αέρας.


Κάπου εκεί στην άκρη του γκρεμού στέκεις και αφουγκράζεσαι την επερχόμενη καταστροφή. Ετούτος ο αέρας είναι διαφορετικός, και μπορείς να το νοιώσεις. Βλέπεις ότι μπορεί να τρυπώσει από κάθε χαραμάδα σαν ορμητικό ποτάμι, και όχι απλώς να ξεριζώσει δέντρα και να ξεχαρβαλώσει παραθυρόφυλλα, αλλά να σηκώσει το έδαφος στο κεφάλι σου, να φέρει τα σύννεφα κάτω από τα πόδια σου, μπορεί να διαπεράσει τα τσιμεντένια καταφύγια σαν να είναι χάρτινοι πύργοι, να παρασύρει πόλεις ολόκληρες σαν πούπουλο πέρα μακρυά.
Δεν είναι ο άνεμος για να ανοίξεις πανιά και να ξανοιχτείς στις απέραντες θάλασσες, δεν είναι ο άνεμος για να σε σηκώσει ψηλά και να πετάξεις. Είναι αυτός ο αέρας που προσπαθεί να σκορπίσει τις σκέψεις σου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, να σε κομματιάσει μαζί με τα κύματα στα βράχια, να σε... Είναι αυτός ο αέρας που θέλει να σου ξεριζώσει την ψυχή.
Που νομίζεις ότι μπορείς να κρυφτείς;

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008

ΟΙΤΗ (Β Μέρος)

2η Μέρα: Καταφύγιο-Ζαπαντολάκκα-Καρίτσα-Αργυροχώρι (1750-1450-950-100)

Διανυκτέρευση στην σκηνή και πρωινό ξύπνημα για να ολοκληρωθεί κυκλική διαδρομή. Ο στόχος είναι λιβάδι Καρίτσας και από εκεί για Αργυροχώρι μέσω της πηγής Αμπελάκι, αν και η περιγραφή στο χάρτη προδιαθέτει δυσκολίες. Εκκίνηση από καταφύγιο βορειοανατολικά, όπου είναι τελικά και η μόνη διέξοδος. Κάνουμε σχεδόν κύκλο το καταφύγιο (περνάμε ακριβώς από κάτω του) καθώς κατεβαίνουμε και παίρνουμε νοτιοανατολική κατεύθυνση τελικά. (Οι πηγές που αναγράφονται στον χάρτη δίπλα στο καταφύγιο δεν βρέθηκαν, ίσως λόγω κάποιου κοψίματος). Καθώς κατηφορίζουμε την πλαγιά βρίσκουμε διάφορες χαράξεις μονοπατιών, όπου όλες οδηγούν σε ένα μόνο πέρασμα του μικρού φαραγγιού που βρίσκεται ανατολικά του καταφυγίου. Προσοχή μην χάσουμε το μονοπάτι, καθώς το πεδίο είναι απότομο και αν πάρουμε λάθος κατεύθυνση θα βγούμε σε γκρεμίλες. Μόνα σημάδια που εντοπίσαμε, κάποια σποραδικοί κούκοι. Από εκεί συνεχίζει μερικώς χαραγμένο μονοπάτι στην αρχή και έπειτα εντελώς ασαφές με αραιή σήμανση μόνο κάποιες πλαστικές κορδέλες ή σακούλες δεμένες σε κλαδιά δέντρων. Η κατεύθυνση μόλις περάσουμε το φαράγγι είναι βορειοανατολική.



Κάνοντας στο τέλος μια μικρή τραβέρσα δυτικά μας βγάζει σε ένα ξέφωτο (προτεινόμενο μέρος για κατασκήνωση ανεπιφύλακτα). Εκεί πρέπει να προσέξουμε να μην χάσουμε το μονοπάτι γιατί δεν είναι διόλου ξεκάθαρο προς τα που συνεχίζει. Η κατεύθυνση είναι σχεδόν στροφή 180 μοιρών με το που βγούμε στο ξέφωτο, δηλαδή από ανατολικά σχεδόν δυτικά. Στην αρχή του μονοπατιού δεν υπήρχε καμία σήμανση, παρά ένα πλαστικό μπουκάλι σφηνωμένο σε ένα δέντρο. Ακολουθώντας τις πλαστικές ταινίες, που πλέον είναι ξεβαμμένες και κομμένες, διασχίζουμε ένα μικρό ρέμα και τραβερσάρουμε προς βόρεια όπου το μονοπάτι καλοχαραγμένο πια, κατηφορίζει σχετικά απότομα. Κάπου προς το τέλος πετυχαίνουμε σήμανση από μεταλλικές ταμπέλες με κίτρινα σημάδια στα δέντρα, τα οποία οδηγούν στο δρόμο, αν και πλέον όποιο κόψιμο προς βόρεια και να πάρεις θα σε συνατνήσεις το δρόμο. Μέχρι εδώ η διαδρομή από το καταφύγιο είναι κατηφορική εντελώς.



Από το δρόμο, η αρχή του μονοπατιού είναι ευδιάκριτη, αλλά αλίμονο, αν πιστεύει ο πεζοπόρος ότι είναι καλοσημαδεμένη μέχρι το τέλος. Εκεί υπάρχει και ένα σημάδι κόκκινο όπου ακολουθώντας το δρόμο σε βγάζει στο καταφύγιο. Εμείς συνεχίζουμε στο δρόμο προς το τέλος του σύμφωνα με το χάρτη, (κατεύθυνση βόρειο ανατολική). Έπειτα ο δρόμος είναι κατεστραμμένος εκεί που συναντιέται με την έξοδο φαραγγιού (έχει περάσει το ρέμα και έχουν πέσει ογκόλιθοι), αλλά μονοπάτι περνάει χωρίς πρόβλημα. Άγνωστο αν υπάρχει πρόβλημα με το πέρασμα του νερού τέλη χειμώνα και αρχή άνοιξης.
Το σημείο που σβήνει ο δρόμος είναι η Ζαπαντολάκκα (1:30 ώρα κατάβασης από καταφύγιο), όπου ούτε και εκεί βρήκαμε πηγή όπως αναφέρεται στο χάρτη. Ίσως βρίσκεται πιο χαμηλά. Πιο πριν κατά μήκος του δρόμου, υπήρχε σημείο ανεφοδιασμού νερού σε ώρα ανάγκης, με την έννοια ότι δεν είναι πηγή αλλά το νερό αναβλύζει από έδαφος και τσουλάει αργά προς την πλαγιά.
Φτάνοντας στο τέλος του δρόμου, υπάρχουν δύο επιλογές. Ένα μονοπάτι καλοχαραγμένο στην αρχή του τουλάχιστον, οδηγεί προς Ξεροβούνι και στους καταρράκτες του Κρεμαστού. (Μονοπάτι ενδιαφέρον, το οποίο και θα περιγράψω σε άλλη διαδρομή). Το άλλο που ακολουθήσαμε βγάζει μέσω της τοποθεσίας Σταυρού στο λιβάδι της Καρίτσας. Η αρχή είναι καλοσημαδεμένη, (αν και στην αρχή φεύγει ένα μονοπάτι καλοχαραγμένο προς τα κάτω, όπως αναφέρεται στο χάρτη έχει ίδιο προορισμό και χρησιμοποιείται από κτηνοτρόφους). Λίγο πιο πέρα βγαίνουμε σε ξέφωτο, όπου είτε τελειώνει η σήμανση, (έχοντας κατά νου το ίδιο φαινόμενο στην προηγούμενη διαδρομή όπως το είδαμε από την ανάποδη), είτε εμείς την χάσαμε. (Σύμφωνα με το χάρτη η σήμανση είναι αραιή με κορδέλες έως ανύπαρκτη). Πηγαίνουμε κατά βούληση μέσα από το ελατοδάσος με γενική κατεύθυνση βόρεια (τραβερσάροντας προς το τέλος κάπως βόρειοανατολικά). Έπειτα από 45 λεπτά περίπου από τη Ζαπαντολάκκα, βρίσκουμε ένα ξέφωτο, όπου συναντάμε πάλι κάποιες κορδέλες, κοντά στην τοποθεσία Σταυρός, καθώς κατηφορίζουμε μια απότομη πλαγιά. (Απότομη κατάβαση από τα 1300 στα 1200, από εκεί η βόρεια κατεύθυνση γίνεται βόρειοδυτική). Με βάση αυτό το σημάδι, λίγο πιο κάτω βρίσκουμε, αραιή κίτρινη σήμανση, η οποία κάποια στιγμή γίνεται κιτρινοκόκκινη και πιο ευδιάκριτη.
Η σήμανση από εδώ και πέρα είναι διακριτική σε μερικά σημεία, και είναι εύκολο να χάσεις το μονοπάτι. Η κατεύθυνση όμως είναι πια βόρειο-βόρειοδυτικη με στόχο την κατάβαση της ράχης. Περνάμε από ένα σημείο όπου η θέα από τον βράχο προς τον κάμπο είναι πραγματικά όμορφη. Ακολουθώντας πάντα ίδια κατεύθυνση, καταλήγουμε εύκολα στο λιβάδι της Καρίτσας. (Από Ζαπαντολάκκα, περίπου 2 ώρες). Στάση μεγάλη για ξεκούραση, και ανεφοδιασμός νερού από σωλήνα που γεμίζει ποτίστρες ζώων. Αυτές βρίσκονται λίγο πιο δυτικά από το τοπογραφικό και κάτι κατασκευές και δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά όταν φτάσουμε στην Καρίτσα. Από εκεί αναζητήσαμε λανθασμένα το πέρασμα του φαραγγιού τελείως προς τα δυτικά των ποτιστρών, όπου υπήρχε ένα ψευτοκόκκινο σημάδι. Δυστυχώς κατάβαση από εκεί δεν ήταν εφικτή, ακόμα και να μην είχαμε σακίδια. Το μονοπάτι που τραβέρσαρε από την απέναντι πλευρά ήταν ευδιάκριτο και φαινόταν ότι πήγαινε τελείως στην άκρη του γκρεμού. Βλέποντας αυτό και διαβάζοντας το χάρτη, η υπόθεση μου είναι ότι το μονοπάτι πρέπει να ξεκινούσε βόρεια από τις ποτίστρες, ανεβαίνοντας προς το ελατοδάσος, και ψάχνοντας περάσματα αρκετά ψηλότερα από εκεί που προσπαθήσαμε εμείς.



Έτσι αφήσαμε την ιδέα αυτήν και κατηφορίσαμε το άλλο μονοπάτι, που θεωρητικά αναγράφεται στο χάρτη ότι βγάζει στα Λουτρά Υπάτης. Το μονοπάτι είναι και καλοσημαδεμένο και καλοχαραγμένο μέχρι το πρώτο ξέφωτο που συναντάμε, (ονομαζόμενο στο χάρτη ως Ανάερο). Από το τέλος του ξέφωτου, με κατεύθυνση ανατολική καλοχαραγμένο μονοπάτι αλλά όχι σημαδεμένο φεύγει προς Μεξιάτες (περίπου 40 λεπτά από Καρίτσα). Ενώ ορειβατικό καλοσημαδεμένο μονοπάτι, αλλά κακοχαραγμένο στην αρχή του και παιρνώντας από πυκνη βλάστηση κατηφοριζει προς Λουτρα Υπάτης. Εδώ το ελατόδασος χάνεται και σταδιακά μετατρέπεται σε πουρναροδάσος. Έπειτα από ενοχλητική κατάβαση μέσα από βελανιδιές και άλλα ενοχλητικά φυτά, (ήδη είχε αρχίσει να κλαδώνει και να κλείνει, δεν γνωρίζω την τωρινή του κατάσταση) φτάνουμε στη φουρνοσπηλιά όπου και υπάρχει συρμάτινη πόρτα, όπου είναι σχεδόν τα όρια του Εθνικού Δρυμού. Η κατάβαση συνεχίζεται, όπου θέλει λίγο προσοχή να μην μπερδέψουμε το μονοπάτι με τα γιδόστρατα. Από την φουρνοσπηλιά τραβερσάρει δυτικά και έπειτα κατηφορίζει με γενική κατεύθυνση βόρεια κάνοντας μικρές τραβέρσες. Καταλήγουμε στο ρέμα Καμαριώτη (περίπου 3 ώρες κατάβαση από Καρίτσα), όπου Οκτώβρη μήνα ήταν εντελώς ξερό και συνεχίζοντας από το ποτάμι δυτικά βγήκαμε σε χωματόδρομο. (Άγνωστο πάλι αν υπάρχει πρόβλημα με το πέρασμα, όταν υπάρχει κανονική ροή, τέλη χειμώνα και αρχή άνοιξης). Ακολουθώντας τον χωματόδρομο, και αφού περάσουμε πηγή, φτάνουμε έπειτα από 45 λεπτά περίπου στον κεντρικό δρόμο Υπάτης-Λιανοκλάδι, 300 μέτρα κάτω από το Αργυροχώρι. Με ότο-στοπ ή πεζοπορία (όπως εμείς) 20 λεπτών φτάνουμε και πάλι στην Υπάτη.

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2008

ΟΙΤΗ (Α μέρος)

1η Μέρα: Υπάτη-Καταφύγιο-Γρεβενό (400-1750-2114)
Με το αμάξι κινηθήκαμε προς Υπάτη. Αφού αφήσαμε το αμάξι στην κεντρική πλατεία, αρχίσαμε το περπάτημα. Το μονοπάτι αρχίζει ακριβώς πάνω από την πλατεία, από το δρόμο που φεύγει προς την κατεύθυνση του βουνού. Εκεί υπάρχει ένα κόκκινο σημάδι. Ανεβαίνοντας προς τα επάνω, υπάρχουν μερικά ακόμα σημάδια για να δείξουν το σωστό δρόμο. Στην συνέχεια το μονοπάτι είναι καλοσημαδεμένο σε γενικές γραμμές. Αφού περάσουμε από την εκκλησία και ανηφορίσουμε προς τα επάνω, (επίπονη ανάβαση), ο δρόμος στενεύει και γίνεται ένα μονοπάτι μεγάλου πλάτους και απότομης ανηφορικής κλίσης. Σε αυτό το διάστημα και για λίγο μετά, πουρνάρια και θαμνώδες βλάστηση κυριαρχούν στο τοπίο.


Μετά από λίγο όμως το μονοπάτι αρχίζει και τραβερσάρει την πλαγιά μέχρι να μπει στο ελατόδασος. Από εκεί το μονοπάτι είναι χαραγμένο βαθιά στο χώμα, σαν σκαμμένο. Περνάμε το εικονοστάσι, και βγαίνουμε στον κάμπο. Από εκεί δεν είναι ξεκάθαρο προς τα που πρέπει να ανηφορίσουμε. Είτε θα ακολουθήσουμε τον δρόμο, είτε ψάχνουμε για τον μεγάλο πλάτανο που αναφέρει ο οδηγός. Εμείς ακολουθώντας το ποταμάκι και αφού φτάσαμε στο τέρμα του, διαπιστώσαμε την λάθος πορεία, και περνώντας τα βράχια, ανηφορίσαμε προς τα επάνω κατά βούληση, με επίπονη ανάβαση, μέχρι που συναντήσαμε ένα κακοτράχαλο δρόμο και την συνέχεια του μονοπατιού. Από εκεί, η ανάβαση έχοντας κατεύθυνση ένα μακρινό φαινομενικό διάσελο, πότε τραβερσάρει ράχες και πότε τραβερσάρει για να κερδίσει ύψος. Στο πρώτο σχετικά μεγάλο ξέφωτο-λιβάδι, η γενική κατεύθυνση δεν αλλάζει (πάντα δυτικά, ίσια όπως μας βγάζει το μονοπάτι), γιατί υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε το μονοπάτι. Ύστερα και έχοντας κερδίσει αρκετό ύψος, βρισκόμαστε σε μια πλαγιά ξέφωτο. Από εκεί η Αμαλιόβρυση (μία πετρόκτιστη πηγή) δεν είναι μακρυά. Στον ορειβατικό χάρτη της Ανάβασης η πηγή αυτή αναφέρεται λανθασμένα πολύ πιο πριν. Στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο κοντά στην Περδικόβρυση απ’ ότι αναγράφεται στον χάρτη.


Κατόπιν κινούμαστε σε λιβάδι, και προσεκτικά ακολουθούμε τα σημάδια, όπου με ανάβαση της πλαγιάς. Αυτό το ανηφορικό μονοπάτι μας οδηγεί στο δρόμο, όπου βρίσκεται και η δεύτερη πηγή η Περδικόβρυση. Ο δρόμος αυτός συνδέει και το καταφύγιο με τις δύο πλευρές του βουνού και είναι γενικά πολυσύχναστος.. Και οι δύο πηγές, αν και μέσα Οκτώβρη, με μεγάλη περίοδος ανομβρίας, είχαν νερό. Το μονοπάτι συνεχίζει κόβοντας το δρόμο δύο φορές, και η σήμανση είναι καλή. Την τελευταία φορά που συναντάει το δρόμο, συνεχίζει πάνω σε αυτόν και αφού τον ακολουθήσουμε στρίβουμε έπειτα αριστερά σε δρόμο με ταμπέλες όπου οδηγεί στο καταφύγιο. Χρειαστήκαμε περίπου 5 ώρες, αφαιρώντας μια μεγάλη στάση 30 λεπτών.



Εκεί κατασκηνώσαμε και αφήσαμε τα συμπράγκαλα μας. Εγώ άφησα τον φίλο μου να ξεκουραστεί και συνέχισα για την κορυφή του Γρεβενού (2114). Ακολούθησα την κατεύθυνση του κεντρικού δρόμου, ο οποίος οδηγεί στο οροπέδιο της Οίτης, ονομαζόμενο Λιβαδιές. Το τοπίο είναι πανέμορφο, αν και ο δρόμος που τα διασχίζει φαίνεται καλοχαραγμένος και έχει ταμπέλες επαρχιακής οδού προς Παύλιανη και Καστανιά. Εκεί βρίσκονται επίσης και δύο αλπικές λίμνες, με νερό καθ’όλη τη διάρκεια του χρόνου. Στο σημείο αυτό, βρίσκεται μια πηγή και μία ολόκληρη κατασκευή για ξεκούραση και πικ-νικ υποθέτω.
Αφήνοντας τον «πολιτισμό» πίσω, έστριψα στα αριστερά (ανατολικά), σε ένα κατεστραμμένο δρόμο πια και ανηφόρισα προς την κορυφή Γρεβενό κατά βούληση. Πέρασα ανάμεσα από δύο μεγάλες συστάδες ελάτων. Κάπου κάπου βρισκόταν κάποιο σημάδι, αλλά η αλήθεια ήταν ότι ήταν περιττά γιατί η κατεύθυνση ήταν ξεκάθαρη, αν και η πορεία στα τελευταία μέτρα είναι αρκετά απότομη σε βραχώδες έδαφος. Από την κορυφή η θέα ήταν όμορφη, προς Γκιώνα, Πύργο και τον κάμπο της Λαμίας. Βρισκόταν επίσης ένα τοπογραφικό και ένα αλεξικέραυνο.


Η κατάβαση της πλαγιάς πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο δρόμο, αλλά μόλις έκοψα τον δρόμο, συνέχισα στο ρέμα προς τα κάτω και βγήκα πιο χαμηλά σε σύγκριση με την αρχή του κακοτράχαλου δρόμου. Από το καταφύγιο-κορυφή και πίσω χρειάστηκα μιάμιση ώρα. Το έκανα όμως πολύ αγχωμένα και βιαστικά γιατί φοβόμουνα μην με πιάσει η δύση στην πλαγιά. Κανονικός υπολογισμός πήγαινε-έλα χωρίς σακίδιο και τρέξιμο, 2:00-2:30 ώρες. Διανυκτέρευση σε σκηνή, έξω από το καταφύγιο με το κάμπο της Λαμίας ως μπαλκόνι μας.

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Επιχειρηματικό Δαιμόνιο

Η παρέα βρίσκεται σε μπυραρία ("βάλε μπάρμπα", παραφρασμένο όνομα για ευνόητους λόγους) και ήδη βρισκόμασταν σε καλή φάση. Και ενώ έρχεται η παραγγελία της τρίτης μπύρας, καθώς χαζεύαμε τα μπουκάλια για να δούμε από που κρατάνε και τι περιέχουν, για κακή μου τύχη παρατηρώ ότι σε ένα μπουκάλι η χρονολογία της ημερομηνίας λήξης είναι χαραγμένη, κοινώς έχει εξαφανιστεί. Με την άδεια των άλλων, ζητάω να κάνουμε το τεστ γυφτιάς(ΤΓ). Δηλαδή τεστ για να διαπιστώσουμε, πως θα εξυπηρετήσει το μαγαζί τον πελάτη του σε ένα εμφανές πρόβλημα. Ειδαλιώς την κάνουμε γαργάρα, και αφήνουμε το μάγκα να πουλάει ενδεχομένως ληγμένες μπύρες.



Φυσικά το μπουκάλι είναι ακόμα γεμάτο, όταν ζητάμε ευγενικά να μας αλλάξουν το μπουκάλι, επειδή υπάρχει ένα πρόβλημα αναξοπιστίας στο θέμα της ημερομηνίας λήξης. Η σερβιτόρα φεύγει, και επανέρχεται λίγο αργότερα με ένα καινούριο. Τελικά σκέφτηκα θα περάσει το τεστ πανεύκολα, όταν η σερβιτόρα εκτοξεύει το διαμάντι: «Ξέρετε όμως αυτό το μπουκάλι θα το χρεωθείτε εσείς». Μάλιστα, μόλις της λέμε ότι έχει καμία βάση καθώς δεν είναι δική μας υπαιτιότητα, (δεν δοκίμασα την μπύρα, και ζήτησα να μου την αλλάξουν), πετάχτηκε σαν πορδή ο ιδιοκτήτης ή υπεύθυνος της μπιραρίας, που περίμενε από πίσω.
Καλώς τηνα την πέρδικα σκέφτηκα (που ήθελε να περπατήσει λεβέντικα), και άρχισε το δικό του παραμύθι. Μόλις του πετάμε την κουβέντα της αγορανομίας, εκεί υποχωρεί και λέει ότι θα μας χαρίσει την μπύρα. Συνεχίζουμε το στρίμωγμα, και του λέμε ότι είναι υποχρέωση του, και σε καμία περίπτωση δεν είναι δώρο. Και όταν ισχυρίζεται ότι έπρεπε εμείς να ζητάμε να ανοίγουν μπροστά μας την μπύρα, πριν μας πιάσουν τα γέλια με τα επιχειρήματα του, του πετάμε ότι αυτό είναι υποχρεώση του καταστήματος, και στην χειρότερη ταβέρνα να πας, τα αναψυκτικά και τις μπύρες τις ανοίγουν μπροστά σου. Φυσικά δεν την χρεώσε, γιατί το επόμενο βήμα θα ήταν να μας δώσει το μπουκάλι και να τον πάμε κατευθείαν αγορανομία, και εκεί θα βλέπαμε ποιος είχε δίκιο.



Δεν γνωρίζω αν η μπύρα ήταν ληγμένη, και ούτε που με νοιάζει. Όμως, από την στιγμή που το προϊόν του είχε πρόβλημα, έχει την υποχρεώση να εξυπηρετήσει τον πελάτη. Δε χρειάζεται να αναφέρουμε ότι είχαμε κάνει ένα καλό λογαριασμό με φαγητά και τρίτο γύρο αλκοόλ, αλλά δεν σκέφτηκε σε καμία περίπτωση να καταπιεί τα δύο ευρώ, (που τόσο κόστιζει αυτό το μπουκάλι σε σουπερμάρκετ της γειτονιάς μου), για να μην δυσαρεστήσει τους πελάτες.
Τελικά, κατάφερε και μπήκε στην μαύρη λίστα των αποτυχημένων επιχειρηματιών. Όλα καλά και ωραία όσο του αφήνουμε το παραδάκι, αλλά μόλις κάτι τύχει, η γυφτιά αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο και η όμορφη εξυπηρέτηση γίνεται αρπαχτή της στιγμής. Θα είχε πλάκα όμως να έβλεπα τη φάτσα του σε περίπτωση που θα φεύγαμε με το επίμαχο μπουκάλι , και στη συνέχεια έσκαγε η αγορανομία.

Το δαιμόνιο του έλληνα επιχειρηματία δυστυχώς δεν περιόριζεται μόνο σε καφετέριες και εστιατόρια. Σε αυτό το θέμα, θα επανέλθω από προσωπικές εμπειρίες, στο χώρο των ηλετρονικών με τα ζητήματα εγγυήσεων, (εκεί πέφτει πολύ κοροϊδία), και φυσικά στο χώρο της ιδιωτικής τηλεφωνίας. Όμως και εμείς οι καταναλωτές έχουμε ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης, που δεν διεκδικούμε τα δικαιώματα μας από τους απατεώνες. Έχουμε συνηθίσει μάλλον στην πολιτική της σφαλιάρας και της αρπαχτής.

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008

Η ΤΡΕΛΑ ΤΩΝ ΒΟΥΝΩΝ

Αυτή την φορά ήταν ο Παρνασσός, το βιασμένο βουνό της Βοιωτίας, αφιερωμένο στον Απόλλωνα, το οποίο κρύβει ακόμα κάποια μυστικά του και έχει κρατήσει άγρια ομορφιά, για όσους έχουν όρεξη να το τριγυρίσουν, για όσους έχουν όρεξη να περιηγηθούν στα μυστικά του περάσματα, στις απροσπέλαστες ορθοπλαγιές του Τσάρκου, στις δολίνες γύρω από το Σέσι, στα βάραθρα του Χιονοκάρκαρου και του Δρακοκάρκαρου, στις γκρεμίλες κάτω από τη Σιδερόπορτα. Αυτά τριβελίζουν το μυαλό και βρίσκει αφορμή για να σας πάει βόλτα στο βουνό, υπό άλλες προϋποθέσεις.



Η εξόρμηση για περπάτημα στο βουνό είναι τόσο απλή και εύκολη. Δεν απευθύνεται σε λίγους, αλλά σε όλους όσους έχουν την διάθεση, (όπως και η θάλασσα). Η πρώτη προσπάθεια μπορεί να ξεκινήσει από ένα όμορφο βουνό που βρίσκεται στην περιοχή κοντά μας, με μια μικρή και απλή περιήγηση σε κάποια μονοπάτια. Παίρνουμε μαζί τους φίλους μας και την καλή διάθεση. Κινούμαστε ανάλογα με τις δυνάμεις μας, αλλά πάντα ξεπερνάμε τα όρια της απλής κούρασης. Αντέχουμε πολύ περισσότερο απ’ ότι νομίζουμε, δεν σταματάμε με την πρώτη δυσκολία. Χαράζουμε πορεία ανάλογα με τις ικανότητες μας. Για αρχή διαλέγουμε καλοσημαδεμένα μονοπάτια, που δεν έχουν επίπονες αναβάσεις και δεν περνάνε από δύσβατα σημεία.

Όσο εξοικειωνόμαστε με την πεζοπορία, όσο αναγνωρίζουμε τις δυσκολίες και τους κινδύνους που υπάρχουν, μπορούμε να αναζητούμε πιο απαιτητικές διαδρομές, πιο άγρια τοπία, και στο τέλος να κινούμαστε εκτός των χαραγμένων μονοπατιών. Ο στόχος μπορεί να είναι μια κορυφή, αλλά ποτέ δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός.

 

Στα βουνά ακόμα η φύση αντιστέκεται, τα δέντρα τραγουδάνε την σιωπή και τα χιόνια που κρατάνε επί μακρών, τροφοδοτούν ποτάμια και ρυάκια. Εκεί ο χρόνος κυλάει αργά, ο δρόμος είναι μακρύς και το κάθε βήμα, μας ταξιδεύει σε άλλες διαστάσεις. Τούτοι οι προορισμοί δεν μπορούν να μπουν σε πακέτα διακοπών, δεν ταιριάζουν στους μοντέρνους ρυθμούς ζωής μας, δεν προσεγγίζονται με μηχανοκίνητα μέσα. Εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να προσαρμοστούμε και να ταιριάξουμε με την φύση, από την οποία έχουμε αποκοπεί εδώ και καιρό.



Τα αξιοθέατα εδώ είναι το μεγαλείο της φύσης. Κάθε κορμός δέντρου μια ιστορία επιβίωσης, κάθε βράχος μια ιστορία διάβρωσης, και όλη αυτή η ζωή που μας περιτριγυρίζει είτε στο δάσος είτε στα αλπικά λιβάδια, γεμίζει τις αισθήσεις, μεθάει την φαντασία μας. Ο περιπατητής κινείται αθόρυβα στα μονοπάτια, διασχίζει ράχες, αγναντεύει από διάσελα, και ο ουρανός έρχεται πιο κοντά όσο ανεβαίνει πιο ψηλά.

Και όταν ο ήλιος γέρνει και τα χρώματα του ουρανού παίρνουν την μοναδική απόχρωση, όταν οι κουκουβάγιες καλούνε τη νύχτα, κάπου εκεί έξω βρίσκομαι και εγώ, χωρίς να ψάχνω εξήγηση, παρά μονάχα αφουγκράζομαι και τραγουδώ τα βουνά, είτε είναι ο Παρνασσός, είτε η Πίνδος, είτε ο Γράμμος …



Καλή αντάμωση λοιπόν στα βουνά.
Από πορεία στον Παρνασσό,  Άνοιξη 2007

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008

BLOG ΙΣΗΜΕΡΙΑ

Φθινοπωρινή ισημερία, και τα σύννεφα μαζεύονται να παρελάσουν στον ουρανό για να δώσουν πνοή δροσιά στην καμένη πόλη. Οι ψιχάλες ξεκινάνε δειλά δειλά το πρώτο τους ταξίδι, και μας μουσκεύουν τα κεφάλια. Την προηγούμενη εβδομάδα δεν ήμασταν για μπάνιο; Πριν λίγες μέρες δεν έβραζες στο καμίνι των δρόμων; Κάνε υπομονή και οι ζέστες θα επιστρέψουν, χωρίς όμως πλέον τη γεύση του καλοκαιριού.



Με τον καιρό θα ασχολούμαστε τώρα, ενώ τόσα συμβαίνουν γύρω μας; Σημείωσε κάπου όμως, ότι ετούτη η χρονιά μας προσέφερε στη Νότια Ελλάδα, και τις τέσσερις εποχές μετά από πολύ καιρό. Ίσως να θέλαμε τον Σεπτέμβριο περισσότερο βροχερό και δροσερό, αλλά δεν θα τα χαλάσουμε για ένα μήνα.

Φθινοπωρινή ισημερία, και η μελαγχολία μας αγκαλιάζει καθώς το καλοκαίρι γίνεται μια ανάμνηση, και μας φέρνει και πάλι μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή. Γεμίζουμε εικόνες, μαζεύουμε ιστορίες, έτοιμοι να φύγουμε προς τα πίσω. Ο ένας πήγε εδώ, ο άλλος εκεί, ο φίλος που έμεινε πίσω...

Δειλά, δειλά σαν τις πρώτες ψιχάλες που αφήνουν τα σύννεφα, στάζουν αργά οι λέξεις για το κείμενο της πρόσφατης εξόρμησης μου. Και μια ιδέα καρφώνεται στο ξεροκέφαλο μου μυαλό. Εδώ θα ξεκινήσω να γράφω και γω τις σκέψεις μου, και καθημερινές ιστορίες Αθηναϊκής και μη, τρέλλας σε αραιά τακτά χρονικά διαστήματα για να χαζεύουν οι φίλοι μου, για να ανοίξω ένα παράθυρο επικοινωνίας στον ηλεκτρονικό κόσμο των ημερολογίων, και για να δώσω τροφή στους αργόσχολους. Άραγε θα προλαβαίνω να γράφω όσα θέλω; Άραγε θα ασχολούμαι με τούτο το παραμύθι;



Κάθε φορά είναι και η πρώτη φορά, κάθε φορά ίσως και η τελευταία, κλείνω τα μάτια και ταξιδεύω.