Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Ανάμεσα στα Κύματα

Αφού ο χειμώνας δίνει παράταση στην καλοκαιρία, ας θυμηθώ τα βήματα στην αφρισμένη θάλασσα του Αιγαίου. Μια λοιπόν από τις διαδρομές του καλοκαιριού ήταν η δοκιμασία στην άγρια θάλασσα για το Τσιπουράκι. Μια βουτιά στα βαθιά, απ' όπου βγήκε αλώβητο, και με ένα αέρα αλλαζονείας...
Τελευταία στιγμή βρίσκω εισιτήριο και φορτώνω το πτυσσόμενο καγιάκ μου για το νησί της Αμοργού. Το ταξίδι ξεκινάει από το καράβι, όταν αδειάσει στο πρώτο τουριστικό λιμάνι (ποιο άραγε;) και μένει χώρος για γνωριμίες και πρώιμα μεθύσια. Με γεύση από ρακί κι από ένα περίεργο σύννεφο καπνού, μας περικυκλώνει ένας παράλογος χρόνος χωρίς αρχή και τέλος. Άσε το κουπί, και πιάσε την ρόδα βραδιάτικα...


Όμως, θα αρνηθώ τις οδικές προτάσεις και θα στήσω την βάρκα για την μεγάλη και μοναχική πρόκληση, δηλαδή την διαδρομή Κατάπολα-Αιγιάλι με σύνεργα ένα κουπί κι ένα φλασκί τρέλας. Με την ροδοστάλαχτη αυγή ξεκινάει η πορεία. Ένα ελαφρύ αεράκι χαιδεύει τα γένια μου και προσπαθεί να διασκεδάσει τις ανησυχίες. Δεν μπορεί όμως να με κοροϊδέψει , καθώς έχω πλήρης γνώση του Αμοργιανού περάσματος. Περνάω τις Πλάκες με δύο κουπιές, συναντάω ένα πρωινό ψαρά, που ως συνήθως θα δώσει την αποτρεπτική συμβουλή και το βλέμμα της αποδοκιμασίας.
Μόλις καβαντζάρω τον ανατολικό κάβο των Καταπόλων, τεράστια κύματα κάνουν την εμφάνιση τους και το εγχείρειμα μοιάζει παράτολμο: φορτωμένος μέχρι τα μπούνια, και με καιρό φουσκωμένο από νωρίς. Η επόμενη διέξοδος θα είναι όταν θα μπω στην σκια της Νικουριάς, οπότε και ο κυματισμός θα μειωθεί. Ούτε πείραμα φυσικής να εκτελούσα, "βρείτε το μήκος κύματος και την μέγιστο πλάτος, όταν...
Μέχρι τότε όμως πρέπει να φάω το καιρό αρχικά κατάπλωρα, και λίγο αργότερα στα πλάγια, με τις άκρες των κυμάτων να χαϊδεύουν την κουβέρτα μου. Χορεύω στο ρυθμό της θάλασσας και απολαμβάνω στην ακτογραμμή, τα βράχια να υποδέχονται τα απανωτά χαστούκια. Το τραγούδι ξεκινάει, και τώρα αρχίζω και θυμάμαι. Όλες οι αισθήσεις σε εγρήγορση και τα μάτια μας ζυγίζουν το βάρος του αέρα...

(Πατήστε για μεγέθυνση)

Έπειτα από μια ώρα και κάτι αρχίζει το νησί της Νικουριάς να κόβει τον καιρό, μονάχα κάτι ριπές σπάνε την φαινομενική ηρεμία, αλλά δεν προκαλούν κανένα εμπόδιο στην πορεία. Περιπλέοντας το νότιο κομμάτι του ακατοίκητου νησιού, απολαμβάνω την γαλήνη, και σημαδεύω παραλίες για να επιστρέψω άλλη μέρα με όρεξη χαλάρωσης. Πλησίαζοντας την «έξοδο», λίγο μετά τον Άγιο Παύλο, αντικρύζω την αγριεμένη θάλασσα να μου δείχνει και πάλι τα δόντια της. Φυσικά όσο ανεβαίνει ο ήλιος, ο αέρας δυναμώνει και τώρα βλέπω ξανά τα υδάτινα τείχη μπροστά μου. Μέσα στο μικρό όρμο η γαλήνη, έξω ο καιρός λυσσομανά, χωρίς άλλες σκέψεις αρχίζει το τσαλαβούτημα...


Παίρνω ανάσα και κωπηλατώ για την τελευταία δοκιμασία. Τώρα πια η ακτή της Ψιλής Άμμου φαίνεται ακριβώς απέναντι, αλλά η θάλασσα δεν αφήνει πάντα να χαράζεις ευθείες. Το καγιάκ τραντάζεται καθώς βρίσκεται μετέωρο για να ξεπεράσει τα όρη και τις κοιλάδες που σχηματίζονται. Αλλάζω λίγο πορεία, βάζοντας κατεύθυνση για το λιμάνι της Αιγιάλης, ώστε η πλεύση να γίνει πιο γλυκιά. Και λίγο αργότερα γυρίζω πάλι προς τον στόχο μου, και βλέπω την θάλασσα γεμάτη από ιστοπλοϊκά. Μόλις ξεκινάει καποιος αγώνας, και ίσα που προλαβαίνω να περάσω ανάμεσα, και να πω την καλημέρα μου.
Τελικά έπειτα από 3:30 ώρες συνεχόμενου κουπιού, μικρές στάσεις για να αδειάζω τα νερά από τα καπελώματα αφρισμένων κορυφών, φτάνω στον τελικό προορισμό, απ΄όπου θα ξεκινήσουν άλλα ταξίδια. Απλώνομαι στην παραλία, ευμενίζουμε την καλή μας τύχη και υποσχόμαστε ακόμα πιο μακρινές διαδρομές.


ΥΓ1: Οι φωτογραφίες από τα καγιάκ με τα κύματα, είναι από μια άλλη εξόρμηση στον βόρειο κάβο της Πάρου, για την οποία θα αναφέρω σε μελλοντική ανάρτηση, αλλά έχουν μεγάλη ομοιότητα με την αγριάδα στην περιγραφόμενη διαδρομή.
ΥΓ2: Το τραγούδι για τους μυημένους ξεκινούσε κάπως έτσι:
Νικουριά, Νικουριά
είσαι τόσο μακρυά
που πας καραβάκι με τέτοιο καιρο, οεο...