Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010

Ξυλομπογιές για Τοίχους

Ήσυχα κυλάνε οι μέρες, αφήνουν μια ψευδαίσθηση ελαφρότητας. Τα βαρίδια που κουβαλούσα, τα έδεσα σε πετονιές για να βγάλω ψαριές ανεμελιάς και ελευθερίας. Με τέτοια διάθεση δεν μπορώ να μιλήσω για τα άλλα, μερικά τα άφησα να περιμένουν σε μια παραλία γεμάτη πολύχρωμα βότσαλα, μερικά τα σκεπάζει το νέφος της πόλης. Αφήνομαι σαν τουρίστας στην πόλη και παίρνω τους δρόμους ως συνήθως.
Τι πετυχαίνω σαν περιφερόμενος θίασος; Φεγγάρι πάνω από την Ακρόπολη στην ψάθα μιας βρεγμένης ταράτσας, τρελοπαρέα με πινέλα και μπογιές να βάφουν τα χειμερινά όνειρα με καλοκαιρινά χρώματα, μια ξένη υπόσχεση δεμένη σε μια σκισμένη πλερέζα, ιδρώτα πάνω από στήλες με ακατανόητα νούμερα εφήμερων επισκέψεων. Μέχρι αύριο θα υπάρχει ακόμη λίγη δουλειά.
Αυτός ο μήνας, Ιούλιο τον λένε, ξεκινάει από τα συννεφιασμένα βράχια, περνάει από το ασημένιο νησί και ξεβράζεται πάνω από τον αρχαίο βράχο. Τα ταμπούρλα χτυπάνε μέσα μας και ξεχνάμε τις άδειες τσέπες μας. Πιάνω στιλό και χαρτί, έρχεται διάθεση να ξεφύγω, να ονειρευτώ, να ...


Κι οι λέξεις επαναστατούν και συντάσσουν ένα μεθυσμένο μανιφέστο. Φαίνεται αδύνατο, αλλά γεμίζουν την μία σελίδα μετά την άλλη. Κι όταν τις αραδιάζω μπροστά μου υποταγμένες, ντροπιάζονται και διαλύονται στα χέρια μου. Αρνούνται να συνεργαστούν, αρνούνται να προδόσουν τις μικρές μας στιγμές, να φτιάξουν γλυκές ιστορίες. Θα επιστρέψουν συντεταγμένες, όταν η πρώτη βροχή θα σβήνει τα ίχνη μας στις αλυκές, τα ρυάκια θα παρασέρνουν τις πέτρινες κατασκευές μας. Πρώτα όμως έρχεται μπουρίνι καλοκαιρινό.
Εκεί, στην άκρη του δρόμου, βουλιάζουν οι χάρτινες βαρκούλες. Λίγο πιο πέρα στέκεται η παιδική μου μορφή, αυτή τις φτιάχνει και τρέχει παράλληλα στο βρώμικο ρυάκι. Τις παρατηρεί ξανά και ξανά, καθώς τις καταπίνει ο υπόνομος, με την παρηγοριά ότι μπορεί και να τα καταφέρουν και να βγουν στον μεγάλο ωκεανό. Αλλά αυτές τελικά εμφανίζονται στο παρόν και επαναλαμβάνουν την ίδια διαδρομή. Κοιτάζω το ημερόλογιο, άραγε θα προλάβει;
Μέσα σε τοπία ξεχασμένα από το χρόνο έρχεται η σιωπή, κι εμφανίζεται την πιο κατάλληλη στιγμή. Ας συνεχίσουν λίγο ακόμα να κυλάνε ήσυχα...

Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Με Αχινούς στα Μαλλιά

Κρύβεσαι μέσα στην άμμο, νομίζεις ότι δεν σε βλέπω, χειρότερος από στρουθοκάμηλο. Εκεί είσαι, εκεί θα σε βρω. Γύρνα το τέλος στην αρχή και πιάσε πάτο, τον πάτο της θάλασσας, μέχρι το βάθος που ξεθωριάζουν τα χρώματα, που ξεθωριάζουν τα ονόματα. Κι όμως λίγο πιο βαθιά και θα θυμηθείς δεις τα παλιά, γυμνά από νοσταλγία. Πάρε ακόμα μια βαθιά ανάσα και βούτηξε, διηγήσου την ιστορία των ονείρων σου. 
Ήσουν έτοιμος να ξεκινήσεις, μα πριν προλάβουν να μεταμορφωθούν σε λέξεις, όλα σκορπίζουν στους πέντε ανέμους, σκορπίζουν στους αφρούς των κυμάτων και αρνούνται να σε ακούσουν, να σου μιλήσουν. Βαρέθηκαν να λένε τα ίδια και τα ίδια. Κουβέντες θρυμματισμένες κρέμονται στο κατάρτι σαν σκισμένα πανιά, κομμάτια από ένα απρόσμενο παραλήρημα, κι όποιος προλάβει... 
Τρέχει να προλάβει το καράβι, μπορεί να έχουν απεργία τα φουγάρα, μπορεί να αρνηθούν τα σκοινιά να λυθούν. Και μετά πως θα συνεχίσει; Ας φτάσει πρώτα μέχρι το λιμάνι, και μετά θα βρει την άκρη.
Το τηλέφωνο χτυπάει, η τσάντα χωράει μια βάρκα ολόκληρη, άντε σήκωνε την. Απαντάει: "Εμπρός;", "Ξέρεις η άδεια ακυρώνεται", "Μωρέ, τι μας λες;" Αφού είχε κανονίσει... Μπιπ, ξανά το κινητό ειδοποιεί. Μάλλον, θα θέλει πνίξιμο. Μπα; Μήνυμα από την τρελαμένη φίλη: "Για λάθος νησί κινάς, θα δουλέψω στο γνωστό μαγαζί, κανόνισε την πορεία σου!" Απειλή ή πρόσκληση; Ίσως και τα δύο.


Αλλάζει καταπέλτη, με ένα σάλτο στο απέναντι βαπόρι, αλλά και πάλι δεν βγαίνει εκεί που θέλει. Μήπως τελικά κι ό ίδιος δεν ξέρει που θέλει να πάει; Καλά μην βαράτε, ήπιε λίγο παραπάνω κι έχασε το μονοπάτι. Υπολόγισε την πορεία με βάση το φεγγάρι, αλλά αυτό δεν του έκανε την χάρη. Ίσως καλύτερα στα σκοτεινά...
Καλά, πως βρέθηκε τούτη δω στην αγκαλιά μου; Κάπου μπερδέψαν τα μαλλιά μας, κάπου χάσαμε το πάνω και το κάτω. Αλήθεια σκέφτηκες, γιατί διάλεξες τούτο το μέρος; Για που είχες βάλει πλώρη; Στραβά αρμενίζουμε καπετάνιο... 
"Αν δεν σου αρέσει, πάρε την βάρκα σου και κάνε κουπί. Το νησί με τις σειρήνες σε καλεί. Μην μας ζαλίζεις άλλο με τις κιμωλίες σου". "Κι όμως υπάρχει κάποια συνωμοσία πίσω από αυτήν την ιστορία"."Μπα, άλλος ένας κύκλος που ανοίγει και κλείνει".
"Αφού ξέρεις ότι σε μεθάει τούτο το μελτέμι, γιατί επιμένεις να παίρνεις τον καιρό όλο κόντρα;" "Αυτή την φορά, άστο να σε παρασύρει" , "Κι αν με πάρει, που με πάει /κάτω στα βαθιά νερά..." "Καλά, τραγούδα!"
"Και το άλλο νησί;" "Ποιο απ' όλα;" "Έλα, τώρα".
"Δεν το ξεχνάω, δεν με ξεχνάει..."
Απλώς για λίγο κρύβομαι στην άμμο, δίπλα σου. Το σύνθημα, όπως πάντα "αχινός", το παρασύνθημα...