Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Εξυπνάδες αντί για Ευχές

Ο Χρόνος είναι
... πολύ αργός για όσους περιμένουν.
... πολύ γρήγορος για όσους φοβούνται.
... πολύ μακρύς για όσους υποφέρουν.
... πολύ σύντομος για όσους χαίρονται.
... και αιώνιος για όσους αγαπούν.

"Henry Van Dyke"

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Μια Βόλτα τον Δεκέμβρη

Περπατάω βιαστικά να προλάβω την επόμενη συνάντηση. Ο καιρός με κοροϊδεύει κατάμουτρα, η μέρα μικραίνει αφήνοντας τα σκοτάδια να διαπερνάνε τα μάτια. Έτσι, καταπιάνομαι με τις βόλτες στην χειμωνιάτικη πόλη και ο νους στροβιλίζεται μαζί με τις πρώτες νιφάδες. Ανοίγεται σήμερα ο δρόμος μπροστά μου και κάθε επιλογή αποκλείει την επιστροφή στο χθες. Χιλιάδες διακλαδώσεις εμφανίζονται και σβήνουν, έτσι απλά για να φουσκώσουν τα μυαλά με αέρα. Κάποιος μου ψιθυρίζει ότι όλες οδηγούν στο ίδιο σημείο.
Δεν θέλω να πιστέψω τίποτα, αρχίζω να τρέχω σαν τρελός, χωρίς να σκέφτομαι λόγους κι αιτίες, χωρίς καμία στάση, δεν θέλω να ξεκουραστώ. Μονάχα να βρίσκομαι στην ψευδαίσθηση της αέναης κίνησης, να χαράσσω συνεχείς πορείες στο παρόν προσπαθώντας να μην το αφήσω να πέφτει χωρίς θόρυβο στον πάτο του άδειου μου βαρελιού.
Με τέτοια μυαλά η χειμωνιάτικη πόλη με υποδέχεται με τον καλύτερο τρόπο. Μου ανοίγει τρύπες στα πιο πιθανά σημεία, και εγώ δεν χάνω ευκαιρία, πέφτω σαν τυφλός μέσα τους και τσακίζομαι. Αλλά έστω και κουτσός, έστω και με μια πληγή, δεν λέω να σταματήσω.
Δυο βήματα στο κέντρο, και τα σκουπίδια μαζεύονται στις γωνιές και στολίζουν κάθε γωνιά με ένα βρωμερό χαμόγελο. Κι όμως εκεί αισθάνομαι ότι κρύβεται η καρδιά του πολιτισμού μας. Γιατί δεν βάζουμε και μερικά λαμπιόνια να πάρουν μια γιορτινή αμφίεση τουλάχιστον; Κι ενώ κλείνω την μύτη μου για να γλιτώσω από την σάπια μυρωδιά, μου έρχονται δάκρυα στα μάτια. Λίγα μέτρα πιο κάτω γεμίζει ο δρόμος μου χημικά. Πως να αναπνέυσω μέσα σε τούτη την ομίχλη; Και όλοι αυτοί οι σιδερόφρακτοι, ποιον υποτίθεται ότι προστατεύουν; Ας μην το αναλύσω τώρα αυτό, καλύτερα να πάρω δρόμο, μπορεί και να με συλλάβουν ως απρόσμενο περιπατητή.
Κι οι μέρες που θεωρούνται ήρεμες, τι διαφορά έχουν; Παρατηρώ πεζούς να πηγαίνουν ανέμελοι πάνω στους δρόμους και τροχοφόρα να κινούνται σε πεζόδρομους. Κι όλοι μαζί να ακροβατούν πανέμορφα σε κλειστές διαδρομές, φορτώνοντας ο ένας στον άλλο, κατάρες και βρισιές με την πρώτη ευκαιρία. Ίσως όποιος κινείται με κλειστά μάτια, δεν χάνεται σε τούτη την ανακατωσούρα. Κι ύστερα έρχεται η μπόρα...
Μια βροχή δεν πρόκειται να μας σώσει, αλλά μπορεί εύκολα να μας πνίξει. Τώρα πρέπει να διασχίσω ποτάμια, να κάνω ντους από τρύπιες υδροροές, να αποφύγω τα απόνερα ακόμα περισσότερο νευρικών οδηγών. Ο καθένας με την ομπρέλα του, κι εγώ με την τρέλα μου συνεχίζω ακάθεκτος, με παπούτσια σαν τρύπιες βάρκες κι ένα μουσκεμένο τσιρότο στο πόδι. Αλλά όταν αργά το βράδυ ανασυνθέτω τις πορείες μου στο χάρτη, βλέπω πως έχω μείνει ακίνητος για άλλη μια φορά.
Σκέψεις δεμένες σε ένα κελί απομόνωσης, μυαλό να χαζεύει μαθηματικά παράδοξα και να αδειάζει βιβλία φουντωτά. Η πόλη ολόενα και μεγαλώνει, κι όλους μας περικυκλώνει χρόνο με το χρόνο, βουλιάζουμε άθελα μας στους δικούς της ρυθμούς. Δεν θα προλάβω να περάσω από το ίδιο σημείο, το τσιμέντο πάντα βρίσκεται ένα βήμα μπροστά.
Μα τώρα πρέπει να σωπάσω, πρέπει να ανάψω κάποιο φως, γιατί ξέχασα... μπαίνουν Χριστούγεννα κι όλα πρέπει να είναι όμορφα, ας βγουμε να χορέψουμε. Για όσους μπορούν να κοροϊδευτούν, και να κοροϊδεύουν...

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Χωρίς Κόλπα

Γύρισε αργά το βράδυ στο σπίτι του, κι είδε φώτα στο δωματίο του. Αυτό δεν τον ανησύχησε, παρά του δημιούργησε μονάχα μια μικρή περιέργεια. Τελευταία είχε χαρίσει τόσα πολλά κλειδιά σε διάφορους, που θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε. Έτσι, το περίεργο δεν ήταν πως ήταν κάποιος μέσα στο σπίτι του, αλλά το ποιος τον είχε σκεφτεί τόσο αργά, και μάλιστα φαινόταν να τον περιμένει;
Άνοιξε αργά την πόρτα, περιμένοντας κάποια έκπληξη. Και γιατί όχι κάτι συναρπαστικό, και για να είναι και ειλικρινής με τον εαυτό, γιατί όχι και λίγο πιπεράτο; Όμως, αυτό που βρήκε να τον περιμένει αραγμένο στην πολυθρόνα του με ένα μειλήχιο ύφος ήταν το τέρας. Φαινόταν αρκετά γερασμένο, με ξεδοντιασμένο στόμα και αραιά μαλλιά. Παρόλα αυτά, απέπνεε ακόμα μια μυστηριώδης γοητεία, έτσι που έμοιαζε με ξεπεσμένο αριστοκράτη.

- Λες κι έχουν περάσει αιώνες από την τελευταία φορά που σε είδα...
-Πως είσαι σίγουρος ότι δεν έχουν περάσει;
-Όταν σε βλέπω με τέτοια εμφάνιση, μπορεί και να σε μπερδέψω στιγμιαία. Το μόνο βέβαιο είναι ότι έχεις μια απαγοητευτική μορφή.
-Φίλε μου, και αγαπημένο θύμα μου, η εμφάνιση μου είναι σε απόλυτη συνάφεια με αυτό που περιμένεις να δεις. Κάποτε, μπορεί να αγριευόσουν με μια εντυπωσιακή εμφάνιση, μια ένδυση που να εμπνέει σεβασμό, ένα κοστούμι που να κρύβει τον τρόμο χωρίς να τον επιδεικνύει. Αλλά τώρα έρχομαι ακάλεστος με τις πιτζάμες παράμασχαλα. Κι αυτός είναι ο χειρότερος τρόμος για σένα...
-Έρχεσαι ως καλεσμένος, κι εγώ τώρα πρέπει να σε φιλοξενήσω;
-Θα κάτσω όσο μου αρέσει και δεν θα βγάλεις κιχ.
-Α, να το ξέρεις: Και κιχ θα βγάλω, και κλωτσιές θα σου ρίξω. Η συμφωνία σε αυτές τις περιπτώσεις έιναι ότι δεν μπορώ να σε διώξω αν δεν μου δώσεις αφορμή. Κανόνισε να μου την δώσεις!!! Δεν θα σε λυπηθώ, να το ξέρεις.
-Οι συμφωνίες είναι έξω από τα μέτρα μου, ένα από τα ευχάριστα του να είσαι τέρας.
-Πάντως να ξέρεις μπορεί να έρχεσαι με διάθεση, αλλά έχω ακριβή μνήμη για το πότε σε είδα, αν και θα ήθελα να το είχα ξεχάσει.
-Προτείνω να αποφύγουμε τα διαδικαστικά... Ξέρεις γιατί είμαι εδώ.
-Ήρθες για να με φας ως συνήθως. Έτσι κι εγώ λέω να αφήσουμε τις μάχες, και να συμπεριφερόμαστε ως φίλοι.
-Εμένα το ίδιο μου κάνει. Απλώς να θυμάσαι ότι δεν χρειάζεται να βγεις νικητής για να με ξεφορτωθείς.
-Εξ’ άλλου δεν έχεις έρθει με διαθέσεις να με δαγκώσεις αμέσως. Η επίθεση σου φαίνεται σχεδιασμένη επί χάρτου. Είσαι έτοιμος να παίξεις το γνωστό παιχνίδι σου. Καλύτερα όμως να φας κάτι, γιατί σε λυπάμαι να μένεις πεινασμένος. Θέλεις μήπως να σου ζεστάνω μια σούπα;
-Αρχίσαμε πολύ καλά, γι αυτό θα μείνω με άδειο στομάχι, θα αλλάξω συμπεριφορά.
-Το είχες ξαναπροσπαθήσει, και μάλιστα είχες χάσει το στοίχημα πάρα πολύ γρήγορα.
-Μίλησες για την προήγουμενη φορά και θυμήθηκα τις παλιές μας ιστορίες. Θυμάσαι τον πορτοκαλοβασιλιά, τις γέφυρες στο πουθενά;
-Σιγά μην μου συγκινηθείς κι όλας. Πρέπει να είσαι το τέρας, πρέπει να κρατήσεις την αξιοπρέπεια σου.
-Όπως είπες κι εσύ, αυτή την φορά δεν έρχομαι για επίθεση. Θα πάρει καιρό για να καταλάβεις, αλλά κι εσύ έχεις να μάθεις πολλά. Τώρα που το ξανασκέφτομαι ζέστανε φαΐ και τα λέμε τρώγοντας.
-Χωρίς κόλπα... γιατί βαριέμαι.
-Χωρίς κόλπα, γιατί ο χρόνος τώρα είναι με το μέρος μου.
-Αυτό φαίνεται. Μάλλον τον έχεις στο τσεπάκι σου, γι' αυτό και γέρασες απότομα.
-Είπαμε! Μην αρχίσουμε από τώρα, ακόμα δεν βρεθήκαμε.
-Εντάξει φίλε, ας συμφιλιωθούμε για μια μέρα κι ας πάρουμε τους δρόμους.
-Ας πάρουμε λοιπόν τους δρόμους τώρα, και μετά τρωγόμαστε μεταξύ μας με την ησυχία μας.