Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Δοκιμασμένη Συνταγή

Μερικές φορές, σε πιάνει εκείνη η ανάγκη να απομονωθείς, η ανάγκη να μην μιλήσεις σε άνθρωπο. Θέλεις να κλείσουν όλες οι πόρτες, να σταματήσουν όλοι οι ήχοι, και να παραμείνεις μόνος σου στον πλανήτη σου. Και ξέρεις πάντα, που μπορείς να βρεις μια μαύρη τρύπα να τρυπώσεις.


Και μόλις βαρεθείς να ρίχνεις ζαριές στο κενό, πιάνεις φιλίες με την μοναξιά και την κερνάς ένα ούζο. Εκείνη στέκεται αμίλητη, αποσβολωμένη από την απροσδόκητη καλοσύνη. Φυσικά, όποιος φέρει με την μία ντόρτια, την αποχαιρετά ευγενικά, μέχρι την επόμενη φορά. Αλλά εσύ προσπαθείς να την προσεγγίσεις από τα μονοπάτια, που είχες ανακαλύψει μικρός. Θέλεις να την δεις να σου γελάει, θέλεις να την κάνεις να μιλάει πάλι, και να σου θυμίσει ιστορίες από τα παλιά. Κι εκεί στη μέση της σιωπής, περιμένεις να σου ψιθυρίσει την μυστική συνταγή της.
Ξεκινάει κάπως έτσι: «Όταν η πείνα γίνεται αδιαφορία, και τα παξιμάδια γίνονται πέτρες ασήκωτες, έρχεται η ώρα που το στομάχι κλείνει εντελώς». Την ακούς προσεκτικά, ακολουθείς τις συμβουλές της και ξεκινάς το μαγείρεμα.


Αρχικά, κόβεις φρέσκο πόνο σε μικρά κομματάκια, και τα αφήνεις να μουσκέψουν σε θαλασσινό νερό. Έπειτα προσθέτεις τριμμένο χρονοτύρι, κι αφού σπάσεις τα απαραίτητα αυγά της συνήθειας, (ως γνωστόν, ομελέτα χωρίς να σπάσεις αυγά δεν γίνεται), τα χτυπάς καλά με ένα πηρούνι να ανακατευθούν.
Αν έχεις λίγες δακρύβρεχτες αναμνήσεις, μπορείς να τις τσιγαρίσεις μόνες τους μέχρι να ροδοκοκκινήσουν και τότε η ομελέτα παίρνει μια νοσταλγική γεύση. Καλό είναι να μην την φορτώσεις όμως πολύ, καθώς πέφτουν βαριές και προκαλούν άλλες παρενέργειες.
Επίσης, μια δόση τρέλας βοηθάει πάντα να γυρίσουν τα πάνω κάτω, έτσι ώστε να ψηθεί καλά κι από τις δύο μεριές. Μόνο, πρέπει να έχεις το νου σου, για να μην κολλήσει στο τηγάνι. Υπάρχει κίνδυνος να μείνουν τα κομμάτια σου, και μετά δεν θα ξεκολλάνε με τίποτα.


Προτάσεις για μπαχαρικά πολλές. Μια πιο πικάντικη συνταγή θα μπορούσε να περιέχει τα εξής υλικά:
Α. Λίγο λάδι μαυρίσματος, περασμένων καλοκαιρινών διακοπών.
Β. Αλάτι από δάκρυα, πραγματικά πονεμένων στιγμών.
Γ. Πιπέρι από παθιασμένες νύχτες, που χαράχτηκαν στο είναι σου. (Όσο το δυνατόν πιπεράτες).
Δ. Κανέλα από ξεχασμένες υποσχέσεις, κατά προτίμηση με γερή δόση γλύκας.
Ε. Γαρύφαλο αντι-μαγειρικής, δηλαδή αποξηραμένων λουλουδιών κάποιας γιορτής.

Κι όταν όλα είναι έτοιμα, θα πρέπει να αισθάνεσαι ήδη άλλος άνθρωπος. Ιδίως όταν συνείδητοποίησεις, ότι όλα αυτά τα υλικά μπορούν να γίνουν πρώτη ύλη για νέες συνταγές. Καλό είναι να είσαι νηστικός, και να μην έχεις φάει καμία φρίκη προηγουμένως, γιατί αλλιώς δεν μπορείς να απολαύσεις το γεύμα σου.
Ύστερα μπορείς να χαλαρώσεις, να πιεις το χαοτικό σου καφέ και να χτυπήσεις ένα κβαντικό άλμα στο χώρο και να βρεθείς...
Σ.Σ. Εδώ μπαίνει πλεόν λογοκρισία, για λόγους ψυχολογικής ανισορροπίας του συγγραφέα. Κοινώς πάει αυτός, τον χάσαμε νωρίς.

Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Μετωπική σε Δύο Πράξεις

Πράξη Α

Θόρυβος από αναμένες μηχανές αυτοκινήτων, εξατμίσεις μοτοσυκλετών και φρένων που τρίζουν. Κάπου στο βάθος ακούγεται ένα καράβι που κορνάρει. Ξάφνου όλα τα σκεπάζει ένα μεγάλο μπαμ. Οι θόρυβοι τότε διακόπτονται κι ο οδηγός μας τραβάει τα μαλλιά του.

Η δουλειά σε πιέζει κι ο ύπνος λείπει, μια σκέψη ασήκωτη σαν βράχος και το μυαλό δε μπορεί να μαζευτεί με τίποτα. Πως θα ξεφύγεις; Λες να πας διακοπές, το ρολόι τρέχει, το καράβι δεν περιμένει. Κι όλα αυτά τα συναισθήματα που ξεχειλίζουν, κι αυτή η αστάθεια που μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνει καταιγίδα. Μήπως πρέπει να γυρίσεις ανάστροφα ή μήπως πρέπει να έρθεις σε σύγκρουση με όλα αυτά; Δεν υπάρχει άλλη λύση, παρά μονάχα η ΜΕΤΩΠΙΚΗ.
Τούτη η περιοχή δεν σε σηκώνει. Ακόμα να το εννοήσεις; Κάθε μέρα σε διώχνει, και πιο μακρυά. Αλήθεια γιατί έστριψα εδώ; Λάθος δρόμο, δεν πάω στην άλλη δουλειά, αλλά προς το λιμάνι. Φίλε μου, όποιο δρόμο κι αν διαλέξεις, σου την έχουν στημένη. Μια παγίδα είναι έτοιμη στο μέσο κάθε διαδρομής. Φωνάζεις: "Ρε μπάρμπα, κάτσε που πας; Γιατί ξεκινάς να στρίβεις, δεν βλέπεις ότι διέρχεται άλλο αμάξι. Γιατί καλέ μου άνθρωπε τώρα;" Κανείς δεν σε ακούει. Δεν την γλιτώνεις λοιπόν με τίποτα, σου έρχεται από το πουθενά ... ΜΕΤΩΠΙΚΗ.


Τώρα θα τρέχεις κουτσαίνοντας, τώρα θα βγάλεις ρόδες ακόμα και στα μαλλιά. Πως θα προφτάσεις να τους προλάβεις όλους, χωρίς αμάξι; Αλλά ξέχασα να ρώτησω: Είσαι καλά; Ωραία, τότε συνεχίζουμε. Το αμάξι που αγάπησες παροπλίστηκε. Καιρός να ξεκουραστεί, αφού σου λένε ότι δεν επισκευάζεται πλέον. Ξέρω ότι δεν ήθελες να τελειώσει με αυτόν τον τρόπο, το αγαπούσες το σαραβαλάκι σου. Είχε ένα κομμάτι από την ψυχή σου, κι ήταν ένα κομμάτι της ζωής σου. Δεν πίστευες ότι κάποια στιγμή θα έφευγε έτσι απλά, σε μια απλή διαδρομή ρουτίνας. Και σίγουρα δεν υπολόγιζες ότι θα χαθεί σε μια διασταύρωση από ένα μπάρμπα που θερίζει. Δεν το είχες φανταστεί έτσι, όχι τώρα, όχι σε τούτη την χωροχρονική σύζευξη. Γκρινιάζεις, λες και μπορούσες να διαλέξεις την στιγμή, που θα σου έρθει η ΜΕΤΩΠΙΚΗ.
Ας μην το παραδέχεσαι, αλλά ξαλάφρωσες, απελευθερώθηκες εν τέλει. Εντάξει το ξέρω ότι τσαντίστηκες που έχασες το πλοίο, που ανατράπηκε η καθημερότητα σου. Αλλά πρέπει να χαρείς που βγήκες ζωντανός, πρέπει να χαρείς που διαχειρίστηκες την καταστροφή, χωρίς πανικό, χωρίς έκρηξη οργής. Κι ο μπάρμπας στέκει αμίλητος και σε κοιτά, χωρίς να ξέρει πόσο καλό σου έκανε. Παγίδα σκέφτηκες; Μπορεί κανείς εξάλλου, να σε σταματήσει πλέον; Θα βγεις στο νήσι με κάθε μέσο, ακόμα κι αν χρειαστεί να έρθεις σε ΜΕΤΩΠΙΚΗ!!!



Πράξη Β

Το κύμα ακούγεται να ανακατεύει τα βότσαλα, τρελά τιτιβίσματα από πετούμενα γεμίζουν τον ουρανό. πότε πετροχελίδονα, πότε κουκουβάγιες. Και ξαφνικά, μια σιωπή που απλώνεται σαν άχλυς...

Με μια σκηνή στην πλάτη περνάς μέσα από τα πεύκα και βρίσκεις παγωμένες εικόνες από το χθες. Κάπου εδώ ανάμεσα... Με το ρετσίνι στα μαλλιά απλώνεσαι στην παραλία, σαν να την ήξερες από παλιά. Κι αυτός ο ήλιος πάντα να σε ακολουθεί, και η πλανεύτρα θάλασσα να σε γλυκοκοιτά. Δε ζητάς τίποτα άλλο, έτσι απλά, νοιώθεις στην πλάτη σου φτερά και το νανούρισμα των λησμονημένων μονοπατιών.
Κι αν ξέμεινες από στιλό, τι πειράζει; Πιάνεις βότσαλα και τα βαφτίζεις λέξεις. Τούτο το κείμενο θα βγει λίγο πιο βαρύ, απ’ όσο φανταζόσουν. Σκέψου όμως πόσες προτάσεις κρύβονται σε μία παραλία, καθώς το κύμα γράφει και σβήνει στην στιγμή. Γιατί αγωνιάς λοιπόν για όσα έχεις στο μυαλό σου; Άσε τα πετροχελίδονα να σηκώσουν ψηλά αυτές τις λέξεις, και να τις ρίξουν σαν βραδυνή βροχή στα όνειρα σου. Είπες πως ξύπνησες με ένα πόνο στην κοιλιά; Λογικό, αφού το μισό παξιμάδι το άφησες για τα πουλιά...
Εδώ η μόνη σύγκρουση είναι με τη θάλασσα, καθώς βουτάς από τα ψηλά. Λίγο ακόμα ύψος να είχε ο βράχος, κι ο άλλος εαυτός θα έμενε μετέωρος να σε κοιτάζει. Το μόνο πρόβλημα που σε βασανίζει: «Με τα πόδια ή με το κεφάλι; Μπορώ να βουτήξω στην είσοδο της σπηλιάς;». Φυσικά, όπως σου έρχεται, πρόσεξε μόνο το βάθος. Δώσε του μια, κι όπως βγει.
Η φωτιά τριζοβολάει και το θερινό τρίγωνο προβάλει δειλά δειλά στον ουρανό, έστω κι αν ακόμη αργεί. Εκεί ανάμεσα έχεις κρύψει τα καλύτερα, και μάλλον δεν θα μας πεις τίποτα. Μια ρακί στην υγειά σου, μια ρακί για να απογειωθείς στα όνειρα σου. Και μην φοβηθείς άλλο πια, έχεις μπει σε τροχιά σύγκρουσης και τίποτα δεν σε σταματά, όπως η έλξη του κομήτη προς τον ήλιο, καθώς εξαερώνεται.


Περπατάς ξυπόλητος και νοιώθεις το έδαφος να σε ηλεκτρίζει. Κολυμπάς ανάλαφρος και νοιώθεις τη θάλασσα γλυκά να σε μετεωρίζει. Και έτσι γλυκά, μια αγκαλιά στον αέρα πλανιέται για να σε βασανίζει. Στα πόδια σου μπροστά το κουβάρι ξετυλίγεται, αν και ποτέ δε ζήτησες να βρεις την άκρη. Δε θέλεις να λύσεις κόμπους, ούτε να ξεμπλέξεις παραγάδια βραχωμένα. Με μάτια κλειστά αφουγκράζεσαι τα χελιδόνια. Ακούς πως τραγουδάνε την μοναξιά σου, πως νοιώθουν την ανομολόγητη χαρά σου, ελεύθερος από τα ψίχουλα της σκλαβιάς σου.
Κοίτα τον ήλιο λοιπόν και βγάλε στο φως τις σκοτεινές γωνιές σου. Είσαι έτοιμος να πεις τη μαγική λέξη για να τα διαλύσεις όλα. Έχεις μπει σε φάση δημιουργικής καταστροφής, οπότε μην παλεύεις για την καταστροφική αναδημιουργία. Μπάρμπα κάνε στην άκρη, τώρα πορευόμαστε για γερή σύγκρουση. Ήρθε η ώρα λοιπόν, κι ας μην ήσουν έτοιμος. Αφού τώρα το ξέρεις δεν γίνεται να την αποφύγεις, βγάλε τη ζώνη ασφαλείας και ετοιμάσου για ΜΕΤΩΠΙΚΗ!!!


Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Βόρεια Πίνδος, (Μέτσοβο-Σαμαρίνα) - Β

3η ΜΕΡΑ ΑΡΚΟΥΔΟΡΕΜΑ-ΒΩΒΟΥΣΑ-ΠΑΛΙΟΜΟΝΑΣΤΗΡΟ
Ξυπνώντας από ένα γλυκό ύπνο και πίνοντας τσάι για να ζεστάνουμε τα σωθικά μας, φορτωνόμαστε και ξεκινάμε την πιο διάσημη πορεία των πεζοπόρων στη Βάλια Κάλντα. Γενικά το μονοπάτι έχει αρκετή σήμανση, και είναι γενικά καλοχαραγμένο και πολύ περπατημένο. Μόνο μετά τα Σμιξώματα υπάρχουν ουσιαστικές παρατηρήσεις.
Ξεκινάμε από το σημείο που το μονοπάτι έχει κατέβει δίπλα στο αρκουδορέμα και μάλιστα λίγα μέτρα πιο κάτω το κόβει για πρώτη φορά, όπως ερχόμαστε από το μονοπάτι Λίμνες Φλέγγα, (ενώ δεύτερη για όσους έρχονται από τον χωματόδρομο. Και γενικά οι χρόνοι υπολογίζονται από το σημείο συνάντησης του Ε6, που έρχεται από το χωματόδρομο και του Ρ6 που έρχεται από λίμνες Φλέγγας. Αν θέλει κάποιος να υπολογίσει το χρόνο από την αρχή του χωματόδρομου, να προσθέτετε 15 λεπτά ακόμα). Αμέσως το μονοπάτι στρίβει αριστερά, κατεβαίνει ξανά στην όχθη και διασχίζει για δεύτερη φορά το Αρκουδόρεμα. (Παρατήρηση: Υπήρχαν παλιά σημάδια, και δυσδιάκριτο μονοπάτι, που οδηγεί προς τους Καταρράκτες από την απέναντι πλευρά της όχθης. Άγνωστο αν συνεχίζει στην απόκρημνη ράχη). Το μονοπάτι ακολουθεί την κοίτη, περνάει από την θέση “Kαταρράκτες”, κάνει κάποια ανεβοκατεβάσματα. Έπειτα υπάρχει ακόμα ένα κόψιμο του αρκουδορέματος, όπου υπάρχει και μια μεγάλη βάθρα, κατάλληλη για μπάνιο, αλλά φυσικά νερά παγωμένα.


Από εκείνο το σημείο και μετά, το μονοπάτι ανηφορίζει σταθερά και στη συνέχεια κινείται πάνω σε απότομη πλαγιά. Το δάσος τώρα είναι ιδιαίτερα πυκνό σε μερικά σημεία, αλλά και με πιο χαμηλή βλάστηση σε σημεία που έχουν "φύγει" πλαγιές. Λίγο παρακάτω παίρνει πάλι ύψος για να μας ανεβάσει σε ένα αυχένα και να μας ρίξει απότομα πάλι σε άγρια ρεματιά. Από εκεί και πέρα, αρχίζει να έχει καταπληκτική θέα. Σε 3:00 ώρες περίπου φτάνουμε στα Σμιξώματα όπου είναι ένα ωραίο σημείο ξεκούρασης με παχιά σκιά. Εδώ υπάρχουν δύο επιλογές. Προσοχή οι ταμπέλες που βρίσκονται πάνω στο δέντρο δεν είναι ξεκάθαρες. Το ένα μονοπάτι φεύγει αριστερά, κατηφορίζοντας κόβει τον Αώο και σύντομα συναντάει δασικό δρόμο, και λίγο αργότερα τον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο για Βωβούσα. (Αρκετή πορεία σε άσφαλτο, αυτή η επιλογή, εκτός και αν μας περιμένει μέσο στο τέλος του δασικού).
Το άλλο μονοπάτι που διαλέξαμε, είναι η συνέχεια του Ε6, και αρχικά κινείται στο πυκνό δάσος, αλλά γρήγορα βγαίνει σε γυμνές βράχινες πλαγιές, όπου πρέπει να κόψουμε απότομες ρεματιές με φόντο τον ποταμό Αώο. Έπειτα κατηφορίζει στην κοίτη και κινείται για λίγο παράλληλα με αυτή μέσα από ποταμίσιες πέτρες και ψηλά χόρτα, σε ανύπαρκτη χάραξη. Στο σημείο αυτό συναντάμε μια πανεμόρφη τοποθεσία όπου νερό τρέχει από βράχια, ρίζες δέντρων, σχηματίζοντας παντού μικρούς καταρράκτες και μικρά ρυάκια. Στη συνέχεια το μονοπάτι μπαίνει ξανά σε πυκνό δάσος, τραβερσάρει λίγο, και ακολουθώντας πάντα τον Αώο, μας βγάζει απέναντι από το καταφύγιο-ξενοδοχείο. Άλλη μια επιλογή για μπανιό, σε αυτό το σημείο, όπου το ποτάμι δημιουργεί, μικρή λίμνη. Το δάσος τελειώνει σύντομα και βγαίνουμε σε χωράφια, εγκαταλειμμένα λιβάδια και κτίρια επεξεργασίας ξύλου. Σε λίγο το χωριό με θέα το πανέμορφο γεφύρι του, είναι ακριβώς μπροστά μας. (4:00 ώρες περίπου). Μεσημεριανή ανάπαυλα, διάβασμα, ύπνος και περισυλλογή. Έτοιμοι για τη συνέχεια.


Ακολουθούμε τον κύριο δρόμο που οδηγεί για Περιβόλι (δεν μας μπερδεύει η ταμπέλα που δείχνει προς ένα χωματόδρομο για Δίστρατο), περνάμε το κέντρο ενημέρωσης του Δρυμού, και μπαίνουμε σε χωματόδρομο (που προετοιμάζεται ήδη να γίνει πλέον ασφαλτόδρομος). Γενικά πολλοί δασικοί δρόμοι έχουν μόλις διανοιχτεί εκ νέου, μεγαλώνοντας σε πλάτος και καταστρέφοντας παλιές σημάνσεις που υπήρχαν στο δρόμο, ενώ κάποια κομμάτια μετατρέπονται σε κύριους χωματόδρομους, αλλάζοντας τις περιγραφές άλλων πεζοπόρων και του ίδιου του χάρτη.
Αμέσως όμως στρίβουμε προς δασικό που κατηφορίζει αρχικά προς το ποτάμι και τον ακολουθούμε για αρκετή ώρα. Κατόπιν, αρχίζει να ανηφορίζει συνεχώς και καθώς παίρνει ύψος αφήνοντας τον Αώο χαμηλά και κάνει μια μεγάλη στροφή, αποκτώντας την κατεύθυνση του ρέματος Στάθη. Συνεχίζουμε πάντα ανηφορικά και αρκετά πιο κάτω υπάρχει διασταύρωση δρόμων, 1:05 περίπου. Διαλέγουμε τον αριστερό κλάδο, ενώ υπάρχει και μια ταμπέλα Ε6 Δίστρατο, που δείχνει προς κατάβαση της πλαγιάς, χωρίς όμως να υπάρχουν άλλα σημάδια στην πορεία. (Είναι πιθανό να κόβει από εκεί μέσα, γιατί είναι το πρώτο προσιτό σημείο για να περάσεις το ρέμα).
Προτιμάμε να συνεχίσουμε και σε 1:20 βρίσκουμε ένα παράδρομο που κατεβάζει σε 20 μέτρα στο ρέμα Καταρράκτη και περνάει απέναντι, για να μας ανεβάσει στον κύριο δασικό δρόμο της απέναντι πλαγιάς. (Καθώς περπατάμε στον κύριο δασικό, βρίσκουμε άπλετα σημάδια Ε6 που κατεβαίνουν στο ρέμα για όσους έρχονται από Δίστρατο).
Αμέσως μετά τη στροφή, βρίσκουμε το ανοιχτό λιβάδι, με την ονομασία Παλαιομονάστηρο, όπου στην κορυφή βράχινου λοφίσκου υπάρχει τοπογραφικό. Από εδώ η θέα προς την κοιλάδα του Αώου είναι μοναδική και δεν χορταίνεις να χαζεύεις τα βουνά που την αγκαλιάζουν ένα γύρω. Σημείο κατασκήνωσης και απόλαυσης της θέας.


4η ΜΕΡΑ ΠΑΛΑΙΟΜΟΝΑΣΤΗΡΟ-ΡΕΜΑ ΣΤΑΘΗ-ΔΙΣΤΡΑΤΟ- ΠΗΓΗ ΜΠΛΟΥΜΠΑΣΗ
Ο ύπνος ήταν λίγο περίεργος, καθώς η σκηνή είχε μια παράξενη κλίση. Ο υλοτόμος δεν μας έφερε τους καφέδες, όπως μας υποσχέθηκε, αλλά με την καλημέρα και με βιασύνη ξεκινάμε για την πορεία μας. Συνεχίζουμε το δρόμο που αφήσαμε, (με κατεύθυνση βόρεια), και είμαστε σε κύριο δασικό δρόμο. Σε διασταύρωση με άλλον που φεύγει χαμηλά δεν κατηφορίζουμε (συνεχίζουμε στον δεξιό κλάδο). Παρακάτω βρίσκουμε ξανά μια κυριότερη διασταύρωση, αλλά εμείς ανηφορίζουμε. Μπορεί η διαδρομή να βρίσκεται σε δρόμο αλλά, η θέα είναι μαγευτική. Από το σημείο αυτό εκτός από τη σήμανση Ε6, υπάρχουν και μεταλλικοί σωλήνες με κοκκινοκίτρινα ταμπελάκια. (Δυστυχώς στο δρόμο πολλά όπως προαναφέραμε έχουν καταστραφεί με τη νέα διάνοιξη του). Φτάνουμε σε πηγή διαμορφωμένη με σωλήνα, όπου γεμίζουμε τα παγούρια μας (45 λεπτά), και ύστερα σε σημείο που ο δρόμος κόβει τον αυχένα και αρχίζει να κατηφορίζει. Καθώς κατεβαίνουμε, το δάσος πυκνώνει γύρω μας Εδώ πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για να βρούμε τα σημάδια για την αρχή του μονοπατιού (1:30 ώρα).


Το μονοπάτι ξεκινάει με σκαλιά φτιαγμένα από κομμάτια κορμών, αρχικά κατεβαίνει απότομα, και μετά τραβερσάρει πιο ήρεμα, χάνοντας πάντα ύψος. Το μονοπάτι είναι ευδιάκριτο στα περισσότερα σημεία και η σήμανση είναι καλή. Καθώς όμως δεν υπάρχει συντήρηση, φαίνεται να έχει δασώσει αρκετά. Τραβερσάρει μια ρεματιά και βγαίνει σε βράχινη πλαγιά, ύστερα κατεβαίνει ομαλά και μας βγάζει στο ρέμα Στάθη, το οποίο και διασχίζουμε το ρέμα (υπάρχει υπόλειμμα ξύλινης γεφυρούλας). Το μονοπάτι ανηφορίζει ακριβώς απέναντι στην άλλη όχθη (ίσως τα βάτα, να μας δυσκολέψουν να το δούμε, αλλά τα σημάδια παραπέρα είναι εμφανή). Ανεβαίνουμε σταθερά και φτάνουμε σε ένα μικρό λιβάδι που φαίνεται σαν δρόμος. (Αν ερχόμαστε από την αντίθετη κατεύθυνση, ας ακολουθήσουμε το τελείωμα του δρόμου κατεβαίνοντας, μέχρι να πετύχουμε την πρώτη ταμπέλα). Ακριβώς πιο κάτω υπάρχει ένας χορταριασμένος δρόμος (τον οποίο και κόβουμε) και μια εγκαταλειμμένη στάνη. (3:00 ώρες). Το μονοπάτι φεύγει από την δεξιά πλευρά, λίγο ψηλότερα από τη ρεματιά. Μετά από μικρή ανάβαση, συναντάμε την ένωση της ρεματιά μας με άλλη που έρχεται από αριστερά. Στο πλάτωμα, ακολουθούμε την αριστερή διακλάδωση, αλλά προσοχή μόνο για μικρή απόσταση. Σύντομα αφήνουμε τη ρεματιά και ανεβαίνουμε την κοίτη στα αριστερά με σχετικά απότομη κλίση. Στο σημείο αυτό και για αρκετά μετά, η σήμανση είναι κάκιστη, και μας επιβεβαιώνει την σωστή πορεία, αλλά δεν μας καθοδηγεί πάντα. Περνάμε το ξέφωτο της κοίτης, και μπαίνουμε στο δάσος. Ανηφορίζουμε συνεχώς ακολουθώντας μια δασωμένη ράχη, που οδηγεί σε ένα μικρότερο ξέφωτο.
Από εκεί πρέπει να προσέξουμε και να διαλέξουμε την ανηφορική πορεία προς τα αριστερά, ανηφορίζοντας πάλι σε κομμάτι ρεματιάς, όπου θα μας βγάλει και πάλι σε χορταριασμένο δρόμο, 3:45, (ο οποίος είναι η συνέχεια του προηγούμενου που αφήσαμε, ενώ για όσους κατεβαίνουν δύσκολα θα βρουν το άνοιγμα του μονοπατιού). Παίρνουμε την ανηφόρα του δρόμου, και στην πρώτη στροφή, που συναντάμε, το μονοπάτι φεύγει ανηφορικά επάνω σε γυμνή αρχικά ράχη. Προσοχή η σήμανση έχει καταστραφεί από τα νερά και τις φωτιές. Ευδιάκριτο μονοπάτι δεν υπάρχει και μόνο η διαίσθηση μας σε συνδυασμό με περιγραφές του οδηγού μας μπορούμε να καταλάβουμε την πορεία του μονοπατιού. Ανηφορίζουμε στην αρχή απότομα και αμέσως μετά το μονοπάτι τραβερσάρει δεξιά. Εκεί υπάρχει σήμα Ε6 πάνω σε καψαλισμένο δέντρο.
Παρατήρηση: Από εδώ και πέρα μπαίνουμε σε καμένο δάσος, όπου καμένα κλαδιά και κορμοί μας κλείνουν το μονοπάτι, ενώ νεροσυρμές το έχουν καταστρέψει ολοσχερώς. Το κομμάτι αυτό είναι μικρό και η κατεύθυνση του, είναι η ανάβαση της πλαγιάς, όσο πιο ομαλά γίνεται, με στόχο ένα δασικό δρόμο που βρίσκεται ψηλότερα.


Μόνο για λίγο τραβερσάρει δεξιά για να περάσει κάτω από απότομα, που βλέπουμε από πάνω μας. Έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και λίγο παρακάτω στρίβουμε 90 μοίρες προς τα επάνω. Αφού ανηφορίσει την ράχη, τραβερσάρει ανεβαίνοντας απότομα την πλαγιά και σύντομα μας βγάζει στον δασικό δρόμο. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η νέα διάνοιξη του δρόμου, έφερε επιχωματώσεις στην ράχη, κάνοντας την ανάβαση δύσκολη χωρίς μονοπάτι, και κάνοντας ακατόρθωτη την εύρεση του μονοπατιού για όσους έρχονται από Δίστρατο, καθώς δεν υπάρχει πουθενά ίχνος μονοπατιού και σήμανσης.
Κινούμαστε για λίγο στο δρόμο αριστερά (με δυτική κατεύθυνση) και τον αφήνουμε όταν συναντάμε ένα μικρό διάσελο, με ένα σκουριασμένο εικονοστάσι, χωρίς σήμανση. Από εδώ το Δίστρατο, απέχει πλέον 45 λεπτά. Κάνουμε στάση για μια ανάσα, και απολαμβάνουμε για τελευταία φορά την θέα προς την πλευρά απ’ όπου ήρθαμε.
Το μονοπάτι, ευδιάκριτό πια (και με καλή σήμανση πλέον), κατηφορίζει μέσα σε δάσος διαγώνια την ράχη και συναντάει ξανά τον δασικό δρόμο από την άλλη πλευρά του βουνού, βγάζοντας σε μια πηγή. (Να σημειώσουμε ότι η νέα διάνοιξη, πάλι έχει χαλάσει την αρχή του μονοπατιού για την αντίθετη κατεύθυνση).
Από εδώ και πέρα περπατάμε πάνω στο δρόμο, έχοντας θέα τον Σμόλικα. Περνάμε την εκκλησία. Κατεβαίνουμε και βγαίνουμε στην πάνω άκρη του χωριού. Σύνολο ωρών με στάσεις από Παλαιομονάστηρο: 4:30 ώρες.
Πραγματοποιούμε μεγάλη στάση, ο ήλιος κοντεύει να μεσουρανήσει και η ζέστη ετούτη την ημέρα αφόρητη. Βρίσκουμε μια καφετέρια, όπου αράζουμε στην κυριολεξία. Από εκεί μαθαίνουμε για το μπακάλικο του χωριού, όπου πρέπει να χτυπήσεις το κουδούνι σπιτιού για να ψωνίσεις. Η ιδιοκτήτρια είναι ευγενική και φιλόξενη, μέχρι που μας κέρασε μπύρες και τυρί.
Αργά απόγευμα, αποφασίζουμε να κινηθούμε προς την συνέχεια του μονοπατιού για Σαμαρίνα. Ακολουθούμε τον ασφαλτόδρομο με κατεύθυνση Βασιλίτσα-Γρεβενά. Στην αρχή περπατάμε για αρκετή ώρα στον δρόμο. Συνεχίζουμε περνώντας τα ιχθυοτροφεία πέστροφας, ενώ απέναντι φαίνεται ο σκουπιδότοπος του χωριού που φαίνεται να καίει κάπως ανεξέλεγκτα. Να δούμε πόση τύχη θα έχει αυτό το δάσος. Πόσες φωτιές δεν ξεκινάνε από παρόμοιες χωματερές; Περνάμε μια μεγάλη κατάληξη ρεματιάς, κατόπιν ο δρόμος αρχίζει να ανηφορίζει απότομα με πολλές στροφές. Αφήνουμε κάποιες στάνες στα αριστερά μας, και καθώς ο δρόμος φαίνεται να κινείται ευθεία κάπως ομαλά, (υψόμετρο γύρω στα 1200 μέτρα), φεύγει ένας μικρός υλοτομικός δρόμος, που διακρίνεται πλέον ως μεγάλο μονοπάτι. Εκεί υπάρχουν δύο σημάδια Ε6 για να δείξουν την αρχή του μονοπατιού και λίγο πιο πέρα τα κολωνάκια με τα κοκκινοκίτρινα σημάδια. (Χρόνος-1:10)
Μπαίνουμε σε πυκνό δάσος, και κινούμαστε βόρεια και φτάνουμε σε ένα ξέφωτο, όπου χάνονται και τα σημάδια. Δεν κατηφορίζουμε σε καμία περίπτωση, αλλά κινούμαστε δεξιά και λίγο πιο πάνω βρίσκουμε σήμανση και την συνέχεια του δρομο-μονοπατιού. Από εδώ και πέρα η κίνηση είναι τραβέρσα των πλαγιών του βουνού και κίνηση παράλληλε με το ποτάμι, κάτω χαμηλά. Συνεχώς τραβερσάρει πλαγιές και κόβει ράχες. Γενικά η σήμανση είναι μέτρια έως καλή, και με λίγη προσοχή θα μας καθοδηγήσει σωστά. Προσοχή μονάχα, σε πολλά κοψίματα ρεματιών, το μονοπάτι έχει φύγει εντελώς και υπάρχουν μικρά αλλά σχετικά ανοιχτά περάσματα.


Το μονοπάτι πλέον έχει πάρει αρκετό ύψος και βλέπουμε ξαφνικά ράχη που κατεβαίνει στο ποτάμι κάνοντας ένα μεγάλο πλάτωμα. Προς τα εκεί θα κινηθούμε αφού φτάσουμε στην πηγή Μπούλμπαση, όπου ένα κεραυνοβολημένο δέντρο έχει πέσει και έχει σκεπάσει το μέρος. Εκεί ανεφοδιαζόμαστε σε νερό και προσεκτικά κατηφορίζουμε προς το ξέφωτο. (Δεν συνεχίζει πλέον η τραβέρσα βόρεια). Αμέσως φτάνουμε και απολαμβάνουμε την καταπληκτική θέα, και μαγική τοποθεσία από κάθε άποψη. (Χρόνος 2:30 ώρες)
Σε τούτο το μέρος του δώσαμε το όνομα «Το μπαλκόνι του Σμόλικα», ενώ του αφιερώσαμε και μια μέρα παραπάνω. Κρεμάσαμε αιώρα και λιώσαμε στην σκιά του. Τα μαυρόπευκα εδώ είναι γιγάντια, ενώ τα χτυπημένα από κεραυνούς συμπληρώνουν το απόκοσμο τοπίο.

ΜΕΡΑ ΔΙΑΛΕΙΜΑΤΟΣ-ΑΝΑΒΑΣΗ ΓΙΑ ΓΟΜΑΡΑ
Την μέρα αυτή όπου απλά είχαμε αράξει, η πρόταση μας είναι μια βόλτα στην κοντινότερη κορφή, σε μια απλή σχετικά διαδρομή. Από την πηγή Μπούλμπαση, ανεβαίνουμε όλη την απότομη πλαγιά, και φτάνουμε σε μεγάλο λιβάδι πλατό. Ακολουθούμε την δασωμένη ράχη, βάζοντας στόχο μια ψευτόκορυφή ευθεία μας. Συμφωνα με το χάρτη κινούμαστε στην ομαλή ράχη που ακούει στο όνομα Παπαδοράχη. Δεν υπάρχουν καθόλου απότομες κλίσεις από το σημείο τούτο και πέρα. Από την δασωμένη ράχη φαίνεται το Δίστρατο, η Βασιλίτσα και όλη αυτή η πλευρά. Ακολουθούμε πάντα τη ράχη και φτάνουμε στο σημείο όπου συναντιεται η Παπαδοράχη με την απέναντι απόληξη του βουνού. Κινούμαστε πάντα ανατολικά, και μέσα από αραιή βλάστηση. Μετά το ραχοσυνάντηση το μονοπάτι κατηφορίζει ελάχιστα. Εδώ συναντήσα ένα βοσκό, που με φόρτωσε τις αρκουδοιστορίες του. (Η κατασκήνωση μας ήταν δίπλα σε αρκουδομάνα).
Στο σημείο αυτό, υπάρχει ένα εμπόδιο βράχων μπροστά μας, που το τραβερσάρουμε από την αριστερή πλευρά του. Ακολουθούμε το γιδομονόπατο για λίγο, βγαίνουμε σε ένα μικρό αλπικό λιβάδι, και από εδώ ανηφορίζουμε πια συνεχώς για την κορυφή. Φτάνουμε στην κορυφή, όπου υπάρχει τσιμεντένιο φυλάκιο, και πιο πέρα το τριγωνομετρικο. Λίγο πιο κάτω φαίνεται ο δρόμος που ενώνει τα Γρεβενά με το Δίστρατο, σε ένα διάσελο που οδηγεί ομαλά προς τη Βασιλίτσα. Η επιστροφή είναι από τα ίδια, προσέχοντας μονάχα, να ακολουθήσουμε την Παπαδοράχη, την πιο ακριανή από τις δύο. (Όλη η διαδρομή- 2:45, χωρίς σακίδια).

5η ΜΕΡΑ ΠΗΓΗ ΜΠΟΥΛΜΠΑΣΗ-ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ-ΣΑΜΑΡΙΝΑ
Από τον αυχένα που έχουμε κατασκηνώσει, κατηφορίζουμε ελαφρώς και στην συνέχεια τραβερσάρουμε φτάνοντας σε μια ξερή ρεματιά με υπόλειμμα γεφυρούλας, και αμέσως σε νερό τρεχούμενο με γεφυράκι υπό διάλυση. Εκεί κάπου χάνεται η σήμανση για λίγο. Ανηφορίζουμε την κοίτη και αμέσως στρίβει αριστερά και τραβερσάρει την πλαγιά. Το μονοπάτι στα περισσότερα σημεία είναι καλογραμμένο, και σε ελάχιστες θέσεις είναι δυσδιάκριτο, αλλά και πάλι η σήμανση είναι ικανοποιητική.
Βγαίνουμε σε αυχένα, και συνεχίζουμε την τραβέρσα, αλλά το μονοπάτι πλέον κατηφορίζει, κατεβαίνει απότομα μια ρεματιά κάνοντας καγκέλια, και μπαίνει σε πυκνό δάσος. Σε τούτο τη δασωμένη ράχη, το μονοπάτι χάνει ύψος απότομα. Έπειτα μια νέα στροφή, αρχίζοντας πάλι να τραβερσάρει την επόμενη πλαγιά εκ νέου. Όταν προβάλει στο τέλος της ράχης, όπου η βλάστηση είναι αραιή, εμείς έχουμε θέα πλέον προς την κοιλάδα του μοναστηριού της Σαμαρίνας. Διακρίνεται πέρα μακρυά ένα μεγάλο ξέφωτο, και μια εκκλησία που φαίνεται σαν απλό οίκημα από μακρυά. (1:00 ώρα, από την πηγή).
Το καλοχαραγμένο μονοπάτι αρχίζει να κατεβαίνει σταθερά, και φτάνοντας σε μεγάλη σάρα, την κατεβαίνει κόβοντας τη 2-3 φορές, και μπαίνει έπειτα πάλι σε δάσος. Κατηφορίζουμε ομαλά, κόβουμε μια μικρή ρεματιά με υπόλειμμα γεφυρούλας, περνάμε κάτω από μικρό λιβάδι και κατεβαίνουμε ξύλινα σκαλοπάτια προς το ποτάμι. Σήματα παντού, βοηθητικά για όσους ανεβαίνουν. Τελικά καταλήγουμε στο ποτάμι της Σαμαρίνας (χρόνος 1:30 ώρα).
Φτάνοντας στο ποτάμι υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε το μονοπάτι, καθώς δεν υπάρχει πουθενά σήμανση για όσους κατεβαίνουν και η χάραξη μπερδεμένη με γιδομονόπατα. Γνωρίζουμε ότι πρέπει να περάσουμε γέφυρα, αλλά το μόνο που βρίσκουμε είναι οι βάσεις της γέφυρας, και απομεινάρια στην κοίτη πιο κάτω. Άρα κόβουμε το ποτάμι της Σαμαρίνας και κινούμαστε κόντρα στη ροή του νερού, δίπλα στο ποτάμι. (Ξεθωριασμένο σήμα Ε6 σε βράχο πιο κάτω). Λίγα μέτρα πιο κάτω, θα δούμε στα αριστερά μας σκαλοπάτια να ανηφορίζουν. Τα ακολουθούμε προς τα επάνω και βρίσκουμε ξανά το μονοπάτι και τα σημάδια. Απότομη ανάβαση μας βγάζει γρήγορα σε δασικό δρόμο. Κινούμαστε προς τα επάνω, και λίγο παρακάτω καθώς ο δρόμος κάνει αριστερή στροφή, βγαίνουμε από το δρόμο και κόβουμε μέσα από το λιβάδι, δίπλα από στάνες. Κινούμαστε ακαθόριστα, με στόχο την εκκλησία-οίκημα.
Αφήνουμε το δρόμο της εκκλησίας, ανεβαίνουμε τον κεντρικό δρόμο, και στην διασταύρωση πάμε δεξιά (η άλλη πάει για Δίστρατο, μέσα από τις πλαγιές του Σμόλικα.) Ο δρόμος μας βγάζει στο χωριό, χωρίς περαιτέρω σήμανση, χαμένη ίσως από τη νέα διάνοιξη, συναντάμε εικονοστάσι των Αγίων Θεοδώρων ,και έπειτα ένα μικρό εικονοστάσι για πεσόντα αξιωματικό του ελληνοιταλικού πολέμου. Σημάδια για όσους έρχονται ανάποδα, καθώς, δεν υπάρχει κάποια ταμπέλα από Σαμαρίνα. Ο δρόμος βγάζει στο νεκροταφείο του χωριού, και έπειτα στο κέντρο του χωριού. Στόχος μας η κεντρική πλατεία, για να απολαύσουμε την παχιά σκιά. Η διαδρομή μπορεί να συνεχιστεί προς την πλευρά πλέον του Γράμμου. Δυστυχώς, οι μέρες τελειώνουν και η πορεία στην Βόρεια Πίνδο πρέπει να κλείσει σε αυτό το σημείο. Διαδρομές πάντα αρχίζουν, χωρίς να τελειώνουν. Μέχρι την επόμενη φορά...

Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Βόρεια Πίνδος, (Μέτσοβο-Σαμαρίνα) - Α

Τα σχέδια για την φετινή μακρά πορεία έχουν ξεκινήσει. Πριν αρχίσουμε το περπάτημα της νέας, ευκαιρία να θυμηθούμε μια παλιότερη. Κι αυτή η διαδρομή είχε ξεκινήσει, μήνες πριν βρεθούμε στα βουνά και στα λαγκάδια. Ενώ βρισκόμασταν στο Μάρτη, κι η Άνοιξη μόλις είχε αρχίσει να χασμουριέται, εμείς σχεδιάζαμε επί χάρτου.
Βασικά η κεντρική ιδέα προερχόταν από τον αδερφό μου, ενώ ο σκελετός με πλήρη περιγραφή υπάρχει ολόκληρος σε βιβλίο Άγγλου με περιηγητικές διαδρομές. ("Mountains of Greece", Tim Salmon). Ύστερα πιάνουμε και τον χάρτη, και αφήνουμε την φαντασία να δουλέψει. Η συζήτηση αρχίζει, και μας οδηγεί στα ορεινά μονοπάτια της Βόρεια Πίνδου.
Από κακό σχεδιασμό της άδειας, η εξόρμηση μεταφέρεται από τέλος Ιούνη, στα μέσα Ιούλη. Τρεις τρελοί ξεκινάνε από Μέτσοβο, με τελικό προορισμό Σαμαρίνα, εφόσον δεν χαθούν στα βουνά. Το ταξίδι ξεκινάει από το σπίτι, καθώς το φόρτωμα πρέπει να είναι το ελάχιστο δυνατό. Φορτωνόμαστε όμως, μέχρι τα μπούνια όμως γιατί κάποια είδη είναι απαραίτητα, ιδίως όταν το σχέδιο προβλέπει κατασκήνωση σε ύπαιθρο.




1η ΜΕΡΑ
ΤΕΧΝΗΤΗ ΛΙΜΝΗ ΑΩΟΥ-ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙ-ΛΙΜΝΕΣ ΦΛΕΓΓΑΣ
Η τύχη είναι με το μέρος μας, και βρίσκουμε λεωφορείο κατευθείαν για Μέτσοβο και φτάνουμε απόγευμα, όπου ανανεώνουμε τις μπαταρίες μας. Δροσιζόμαστε στην πηγή του χωριού, και παίρνουμε το πρώτο ταξί που μας έτυχε. Ο τύπος μας έκλεψε μερικά ευρώ, και μας γέμισε με δικές του θεωρίες. Και με μια σίγουρη πεποίθηση ότι θα χαθούμε, και την αίσθηση ότι τα βουνά δεν είναι για μας τους πρωτευουσιάνους. Από αρκούδες που κυκλοφορούν στα μαντριά, μέχρι την ομίχλη που συνωμοτεί εναντίον όσων πιστέψουν ότι τα ξέρουν όλα. Τελικά δεν μας άφησε στο μονοπάτι δίπλα στον κεντρικό δρόμο, αλλά στον δασικό δρόμο του καταφυγίου, για να αποφύγουμε τα τσοπανόσκυλα. Δεν ξέρω αν αληθεύει αυτή η πληροφορία, η αλήθεια είναι ότι το μονοπάτι περνούσε δίπλα από στάνες, πράγμα καθόλου καλό.
Από το χωματόδρομο που φεύγει για το καταφύγιο, από τη βάση της λίμνης ανηφορίζουμε έχοντας θέα την λίμνη πίσω μας. Η διαδρομή περνάει από λιβάδια και μόνο προς το τέλος συναντάει αραιό δάσος από Ρόμπολα, ενώ έχει θέα προς τη λίμνη μοναδική. Λίγο πριν φτάσουμε στο καταφύγιο συναντάμε το μονοπάτι Ρ1 που ανεβαίνει από τις στάνες (σημάδι για αυτούς που κατεβαίνουν), και τα τελευταία μέτρα του φαίνονται απότομα ανηφορικά. Περνάμε πηγή-σωλήνα (η πετρόχτιστη δεν δουλεύει), κάνουμε την κούρμπα του δρόμου και αμέσως μετά βρίσκουμε το κλειστό καταφύγιο, με μια δόση στοιχειωμένου κτιρίου.



Μέχρι εδώ κάναμε περίπου μια ώρα, ολιγόλεπτη ξεκούραση και απόλαυση θέας και πίσω στο δρόμο. (ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αν δεν μας ενδιαφέρει το καταφύγιο, ανεβαίνοντας, πριν συναντηθούμε με το μονοπάτι, φαίνεται μπροστά μας ένα δασωμένο διάσελο. Μπορούμε να αφήσουμε το δρόμο, -εκεί που ο κάνει δύο μεγάλες απανωτές στροφές παίρνοντας ΒΑ κατεύθυνση- και να ανεβούμε από εκεί, για να βγούμε στην τοποθεσία "Πάδε λα Λάκλου". Χαραγμένο μονοπάτι από ζώα φαίνεται στην απέναντι πλευρα του δρόμου όπως ανεβαίνουμε το δρόμο από το καταφύγιο.)
Από το καταφύγιο συνεχίζουμε το δρόμο (με κατεύθυνση βόρειο-δυτική) και φτάνουμε στην τοποθεσία Παδε λα Λακλου, όπου υπάρχει πηγή. Ο δρόμος φαίνεται να συνεχίζει ευθεία, αλλά στην ουσία τερματίζει εκεί. Από το σημείο αυτό το δάσος είναι εξαφανισμένο, και μόνο μεμονωμένα ρόμπολα κάνουν τη διαφορά στο γυμνό τοπίο. (Θα αργήσουμε να ξαναβρούμε δάσος). Εμείς κόβουμε το ξερό ρέμα το οποίο καταλήγει στη λίμνη, ακολουθώντας το δρόμο αριστερά, περνάμε μια καλύβα βοσκού και από εδώ ο δρόμος (καθώς και η πορεία μας) γίνεται δυσδιάκριτη. Στην ουσία ακολουθούμε το ίχνος του δρόμου, που έχει σχεδόν καταστραφεί. Στην ουσία τραβερσάρουμε τον λόφο πίσω από την πηγή. Εκεί φτάνουμε σε νέο λιβάδι (όπου υπάρχει μια ταμπέλα που απαγορεύει την βόσκηση, αλλά τα κακόμοιρα τα ζώα δεν ξέρουν να διαβάζουν και βόσκουν παντού), και περπατώντας πάντα στο ίχνος φτάνουμε στο τέρμα του, όπου υπάρχει μια χτισμένη πηγή (χωρίς νερο για την εποχή που πήγαμε).


Εκεί πρέπει να κάνουμε τους αετούς για να διακρίνουμε το επόμενο σημάδι. Με την συμβουλή του χάρτη και του οδηγού αφήνουμε την τραβέρσα του λόφου, (που συνεχίζει ως μονοπάτι για άλλη κατεύθυνση), και κατηφορίζουμε το λαγκάδι, (το πρώτο λαγκάδι είναι ένα μικρό που ξεκινάει από την καλύβα του βοσκού, ενώ αυτό είναι το δεύτερο που συναντάμε). Μόλις αρχίσουμε να το κατεβαίνουμε στο δέντρο χαμηλά θα δούμε σήμα Ρ6 (και ένα παλιότερο κόκκινο-άσπρο ταμπελάκι), που μας επιβεβαιώνει την πορεία μας. Εδώ θα κινηθούμε μέσα στο λασπωμένο λιβάδι, (χωρίς να χάσουμε άλλο ύψος και χωρίς να ακολουθήσουμε τα ρέματα που φεύγουν προς την λίμνη), και θα κινηθούμε προς την απέναντι ράχη. Εκεί πάλι θα βρούμε σήμα σε δέντρο και θα αρχίσουμε να ανηφορίζουμε για λίγο περνώντας την πηγή, και έπειτα ακολουθούμε την πλαγιά με ήπια ανάβαση κινούμαστε για λίγο δυτικά.
Αν μπορούμε να διακρίνουμε την ελάχιστη χάραξη, θα μας βοηθήσει, για να αποφύγουμε τα άσκοπα πέρα δώθε. Γενικά ανηφορίζουμε, και έπειτα κινούμαστε στην πλαγιά για λίγο μέχρι να βρούμε την απόληξη ενός άλλου λαγκαδιού που έρχεται από την κατεύθυνση της κορυφής Φλέγγας. (Αν το χάσουμε, θα κινηθούμε λανθασμένα τραβερσάροντας την πλαγιά προς την λίμνη).


Ανεβαίνουμε το μικρό αυτό λαγκάδι-ρέμα, και μας βγάζει σε ένα μικρό διάσελο (3:00 ώρες), με θέα από κάτω μας το δάσος της Φλέγγας (μια κοιλάδα, όπου για να μπούμε μέσα της πρέπει να χάσουμε αρκετό ύψος), τις κορυφές της Φλέγγας και της γειτονικής της , 2078μ. Εμείς στην ουσία θα περάσουμε ανάμεσα στο διάσελο αυτών των δύο κορυφών που βρίσκεται απέναντι, μέσα από μονοπάτι που φαίνεται εν μέρει από τη θέση μας και δείχνει απότομο (αν και δεν είναι). Από εδώ έχουμε πολλές επιλογές, 1) είτε να ανέβουμε προς την κορυφή του Κλήδη και να ανεβούμε έπειτα τον αυχένα που καταλήγει στην Φλέγγα, 2) είτε να κατέβουμε στην κοιλάδα και να περάσουμε από το δάσος της Φλέγγας, προς άλλα μονοπάτια και δρόμους, 3) είτε να διαλέξουμε την διαδρομή που θα περιγράψω που είναι και η συντομότερη για τις αλπικές λίμνες. (Χωρίς όμως καμία σήμανση).
Από το διάσελο που βρισκόμαστε κόβουμε αριστερά με μικρή ανηφορική πορεία και τραβερσάρουμε την ράχη του Κλήδη (εδώ η ράχη είναι δασωμένη με νέα δεντρα) με σκοπό να μπούμε στην ράχη της Φλέγγας, χωρίς να χάσουμε ύψος. Έτσι κόβουμε ψηλά τη ρεματιά, που φαίνεται μπροστά μας (στα 1950 m περίπου) και πιάνουμε αρχικώς καλογραμμένο μονοπάτι. Αυτό αρχικά ανηφορίζει και στη συνέχεια χάνει ύψος για να περάσει απότομη βραχώδη πλαγιά. Ο στόχος μας, όπως προαναφέραμε είναι το διάσελο μεταξύ των δύο κορυφών, που φαίνεται πλέον ξεκάθαρα μπροστά μας. (Αν χρειαζόμαστε νερό μπορούμε να κατέβουμε σε μια αναβλύζουσα πηγή, λίγο πιο πέρα αλλά η πορεία μας γενικά είναι συνεχώς ανηφορική). Μόλις φτάσουμε στο διάσελο όπου αραιώνει η βλάστηση, θα δούμε για πρώτη φορά από ψηλά τις λίμνες της Φλέγγας. Η θέα είναι πανέμορφη και το μέρος μαγικό. Βρίσκουμε το ομαλό πέρασμα του μονοπατιού και αφήνοντας το κατεβαίνουμε προς τις λίμνες ακολουθώντας τη ροή του νερού, κατηφορίζουμε σε αυτές για κατασκήνωση (4:00 ώρες).




2η ΜΕΡΑ
ΛΙΜΝΕΣ ΦΛΕΓΓΑ-ΑΡΚΟΥΔΟΛΑΚΟΣ-ΑΡΚΟΥΔΟΡΕΜΑ
(ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΣΑΛΑΤΟΥΡΑ ΣΤΑΥΡΟΥ)
Η δεύτερη μέρα ξημερώνει και μαζεύοντας εικόνες και χρώματα που δεν θα συναντήσουμε ξανά τέτοιου είδους στη διαδρομή, ξεκινάμε με στόχο τον πυρήνα της Βάλια Κάλντα. Η πιο εύκολη είναι να γυρίσουμε προς την πλευρά που κατεβήκαμε και να βρούμε το χαραγμένο μονοπάτι που αφήσαμε την προηγούμενη μέρα. Εμείς προτιμήσαμε να το κόψουμε διακρίνοντας την χάραξη του μονοπατιού πιο πέρα, και βάζοντας σημάδι ένα μοναχικό δέντρο στην πλαγιά.
Κατόπιν, κινούμαστε δυτικά και περνάμε τον αυχένα που βρίσκεται δυτικά από τις λίμνες, και βλέπουμε το λαγκάδι ακριβώς από κάτω μας, που κατεβαίνει προς το αρκουδορέμα, στο οποίο και θα κατηφορίσουμε. (Εδώ, πριν αρχίσουμε να κατεβαίνουμε μπορούμε να πάμε στην κόψη της ράχης και να θαυμάσουμε τη θέα, ατενίζοντας τα Αυτιά, την τεχνητή λίμνη για άλλη μια φορά).


Αρχίζουμε να κατεβαίνουμε από την αριστερή πλευρά του λαγκαδιού (και αν είμαστε τυχεροί θα δούμε ένα σήμα πάνω σε δέντρο κόκκινο-άσπρο. Περνάμε και κάτι πρόχειρες κατασκευές στάνης! Και σύντομα η βλάστηση πυκνώνει και το μονοπάτι μπαίνει στο δάσος (1:00 ώρα περίπου). Από αυτό το σημείο η χάραξη είναι ξεκάθαρη και το μόνο σημείο που πρέπει να προσέξουμε, είναι καθώς κατεβαίνουμε το μονοπάτι κόβει την ρεματιά και περνάει στην απέναντι πλευρά της, φεύγοντας από αυτήν. Υπάρχει αραιή σήμανση πλέον Ρ6 και αχνά κόκκινα σημάδια. Βρισκόμαστε σε πυκνό δάσος από οξιές και αραιά μαυρόπευκα. Το μονοπάτι κατηφορίζει απότομα και στη συνέχεια τραβερσάρει χαμηλά για να περάσει από ένα μικρό ξέφωτο (2:00) και να βρεθεί στην άκρη ενός αυχένα. Από εδώ η πλαγιά είναι απότομη, αλλά το μονοπάτι κινείται χωρίς πρόβλημα καλοχαραγμένο. Πιο κάτω περνάμε ένα κομμάτι καμένου δάσους (;) και λίγο πιο κάτω συναντάμε την πρώτη πηγή. Στάση για νερό και χαλάρωση. Τώρα το μονοπάτι πέφτει απότομα και αφού περάσει και άλλη πηγή, συναντάει χαμηλά πια το Ε6 (κι όποιος αντέξει). Εμείς στρίβουμε αριστερά, σύμφωνα με την ταμπέλα προς Καταρράκτες(η άλλη πλευρά βγαίνει στο δρόμο) ακολουθώντας τη ροή του αρκουδορέματος και αφού περάσει από ακόμα δύο πηγές, κάνει ζιγκ ζαγκ για να κατέβει τον αυχένα που σβήνει στο ρέμα. Αμέσως μετά υπάρχει πλάτωμα όπου και κατασκηνώσαμε.(3:00 ώρες χαλαρής πορείας αν και κατηφορικά.)
Από εκείνο το σημείο, όπου κάναμε βάση, χαλαρώνοντας στο ποτάμι, και απολαμβάνοντας το αεράκι της ρεματιάς, ξεκινήσαμε μια πορεία προς την Σαλατούρα Σταυρού. Αρχικά ακολουθήσαμε το Ε6 μέχρι να βγει στο δρόμο (όπου συναντήσαμε και άλλους κατασκηνωτές) και μετά πήραμε την αριστερή διακλάδωση του δασικού. Περάσαμε πολλές ρεματιές όπου κυλούσε νερό στα μέσα Ιουλίου, και μετά από 2 ώρες πορεία φτάσαμε στη Σαλατούρα Σταυρού. Η πορεία είναι όμορφη, αν και κινείται πάνω σε δρόμο, καθώς σε πολλά σημεία έχουμε όμορφη θέα της κοιλάδας χαμηλά, αλλά και των απέναντι βουνών, Μηλιά, Μαυροβούνι, Φλέγγα. Στην Σαλατούρα Σταυρού διασταυρώνεται ο δασικός Περιβόλι-Μηλιάς, ενώ υπάρχει και ταμπέλα του Εθνικού δρυμού, (γιατί άλλη ένδειξη προστασίας δεν υπάρχει).


Έχουν φτιάξει επίσης υπόστεγο αναψυχής και καθόμαστε να δούμε την ώρα που μένει έχοντας θέα το Περιβόλι. Ξεκινάμε για ανάβαση στο Αυγό, ακολουθώντας μονοπάτι που υπάρχει στο χάρτη της ανάβασης, αλλά όχι στην πραγματικότητα. Ανεβαίνουμε διαγώνια φτάνοντας στην άκρη αυχένα, θαυμάζουμε την θέα προς τα κάτω, και αναρωτιόμαστε πως βρέθηκαν τα κοπάδια στην απέναντι πλαγιά. Λόγω χρόνου, αποφασίζουμε επιστροφή, και καθώς κατηφορίζουμε το δρόμο της επιστροφής, αμέσως μετά τη ρεματιά κατεβαίνοντας φεύγει ένας κακής βατότητας δρόμος. Εκεί υπάρχει και σήμα (κόκκινος κύκλος) και γραμμένο Αυγό, για όσους κατεβαίνουν. Πιο χαμηλά θα κάνουμε σχεδόν μπάνιο σε ροή νερού που τρέχει από ψηλά και μοιάζει να είναι για το σκοπό μας. Γυρίζουμε από τα ίδια και αρχίζει η διασκέδαση. Δηλαδή στήνουμε το τσαντήρι μας, μαγειρεύουμε, διαβάζουμε, ονειρεύομαστε με ανοιχτά ματια...

Τρίτη 5 Μαΐου 2009

Ο κύκλος με τα Νησιά

Ο καιρός ανοίγει, και λέω να αφήσω για λίγο τα βουνά. Κατεβαίνω σιγά σιγά προς την παραλία για να καβαλήσω τα κύματα, όχι με πανί αλλά με μια τρελομηχανή. Έτοιμος να κυνηγήσω τον άνεμο, έτοιμος να φύγω προς την κατεύθυνση του καλοκαιριού. Τα χειμερινά να καούν στην πυρά που θα ανάψω. Φωτιά και στα όνειρα, που ίσως την σβήσω μεσοπέλαγα με μια βουτιά.
Με σοροκάδα ξεκίνησε και τούτο το ταξίδι, και τα μπουγάζια όλα αλλάζουν φορά. Δευτερόπριμα ο καιρός, και χοροπηδά μέχρι και η καρδιά μου. Τα ακρωτήρια αποκτούν ονόματα, και γίνονται τόποι συνάντησης. Στον Τάμελο στάση για αναδιάταξη του στόλου, στον Κέφαλο χαζεύοντας το κάβο Ντόρο να γελά πονηρά, και στον Κόρακα μια ανάμνηση από τα παλιά, παπού να είσαι καλά.



Μέσα στη φουσκοθαλασσιά του νοτιά τρυπώνουμε και πετάμε πάνω στην επιφάνεια, ανάλαφροι σαν τις ελαφρόπετρες που "έσπασαν" στα ξόρκια της αρμύρας, κι επιπλέουν σαν φελλοί. Η θάλασσα με χαιρετάει, τη χαϊδεύω και μου υπόσχεται παλάτια στην άμμο και πριγκίπισσες από κοράλια. Το απέραντο γαλάζιο γλυστράει στο μυαλό, του δίνει μια σπρωξιά και έπειτα το ρίχνει στο γυαλό. Με τέτοιες εικόνες όλα τ' άλλα χρώματα σβήνουν και μένει το ταξίδι μέσα από τα κυκλαδονήσια.
Μια στάση για καφέ στο βράχο της Ηρακλειάς, τέσσερα καραφάκια στα όρθια στο Κουφονήσι, και κολύμπι στην Σχοινούσα. Ο ήλιος προλαβαίνει να μας στολίσει με τα δικά του σημάδια, το ρακί αρχίζει και δίνει μια ώθηση στις σκέψεις να βρουν διέξοδο, το πρόσωπο χαμογελάει ειλικρινά ετούτη τη φορά. Διακοπές μέσα στο Μάη,το καλοκαίρι ξεκινάει χαλαρά και δεν πρέπει να το αφήσω να φύγει.
Μαζί με μια καλή παρέα βουλιάζω στην άμμο, φυλλομετρώντας τα σύννεφα και η θάλασσα ζεσταίνεται συνέχεια. Πόσες φορές θα μπείτε μέσα, βρε σείς παιδιά; Με δανεικό μαγιό, τίποτα δεν μας κρατάει για άλλη μια. Σε αυτήν την ακρογιαλιά χάσαμε τα μυαλά. Όλη η δύναμη σε μια ρακετιά, θέλοντας να πετύχω το ρολόι. Ελπίζω να σταματήσω τον χρόνο και να μείνω μετέωρος σε τούτη την γωνιά.


Το αυτοκίνητο χωρίς ρόδες μας πηγαίνει μακρυά. Επόμενη στάση στάνη, ποιος ακολουθεί; Ποιους θα πάρει την επόμενη φορά; Ένα δρομολόγιο μέσα στα έρημα βουνά, καθώς ο ήλιος γλυστράει δυτικά. Μην μας ρίξεις στο σκοτάδι, άλλη μια ρακί για να δω καθαρά. Κι ετούτη η μπίρα, κάπως βρέθηκε στο χέρι. Το μυαλό εκρυγνήται, το Mala Vida παίζει δυνατά. Όχι, δεν μπορείς να αντισταθείς πλέον, κάψιμο μέχρι να πέσεις από κάτω και να κλείνεις τις αναμνήσεις στο κατώφλι.


Μην αλλάξεις τον ρυθμό, το έχεις βρει και όλη η νύχτα φωτίζεται από τον Αντάρη. Ο καιρός αλλάζει, τα δάκρυα σκουριάζουν. Ποιος θέλει να επιστρέψει; Αφήστε μας εδώ, μην μας ξυπνήσετε ακόμα, έχω να βουτήξω στα βαθιά. Βοριάς φυσάει, ή φεύγουμε τώρα ή θα μείνουμε κάποιες μέρες αναγκαστικά. Με μισή καρδιά παίρνουμε την πορεία επιστροφής.
Μαζεύω δύναμη, μαζεύω ενέργεια και με ένα αλμά πηδάω πάνω από τα κύματα, βουτιά στο νερό, ανάδυση από το απύθμενο κενό. Με λαθρεπιβάτη την ψυχή έκλεψα εικόνες του καλοκαιριού και χόρεψα σαν τον τρελό. Πλέοντας στα ανοιχτά αρχίζω και ξεχνώ. Στο κάβο Ντόρο πάλεψα με τις σκιές, και προσπάθησα να τις αφήσω να παραδέρνουν μέχρι να τις μαζέψει ο επόμενος.


Πριν πιάσουμε ρότα για το επόμενο νησί, μύριζω την μυρωδιά του ανέμου, κοιτάω πρώτα από που φυσά. Άσε καπετάνιε τα λιμάνια, η στεριά μας στραγγαλίζει ψυχικά. Στρίβω προς την επόμενη φουρτούνα, και τα βράχια με κοιτάζουνε ερωτικά...