Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Καλά Νησιά, και πέρα βρέχει

Ο ουρανός γεμάτος σύννεφα, προετοιμάζεται για το επόμενο ξέσπασμα. Παρατηρούμε τις αστάθειες, αποκλείουμε τις περιοχές με καταιγίδες, κι επιλέγουμε τις απλές βροχές. Έτσι καταλήγουμε για κουπί στον Κορινθιακό κόλπο, μεταξύ Αλεποχωρίου και Λουτρακίου.
Όταν αρχίζουμε να συναρμολογούμε τις «βάρκες» μας ο ήλιος μας καίει κανονικά. Όταν όλα είναι έτοιμα για εκκίνηση, έχει πέσει βαριά συννεφιά και μόλις κάνουμε τις πρώτες κουπιές ακούμε βροντές στο βάθος. Το μόνο που δεν φαίνεται να αλλάζει είναι η ακύμαντη επιφάνεια της θάλασσας.
Πάνω σε τούτο το γυαλί γλυστράμε ξεκινώντας από τον οικισμό των Στραβών. Ακολουθούμε την βραχώδης ακτογραμμή με δυτική κατεύθυνση. Κάτω από γκρίζα σύννεφα περνάμε κρυφές παραλίες, λευκές αμμουδιές, και φυσικά γεφύρια σμιλεμένα από το κύμα. Κάποιες ψιχάλες πέφτουν σκόρπιες και κρατάνε το καλοκαίρι μακρυά. Με τέτοια διάθεση, αντιρκύζουμε βράχινα νησιά και περνάμε από περάσματα, όπου χωράμε να περάσουμε ίσα ίσα.


Λίγο κουπί ακόμα και φτάνουμε στην άπλα της Σκαλωσιάς (μέχρι εδώ περίπου 4 μίλια), ένας μεγάλος όρμος, όπου τα Γεράνεια όρη σβήνουν αθόρυβα σε μια παραλία. Από εδώ αλλάζουμε πλεύση και αποφασίζουμε να μην συνεχίσουμε προς Μυλοκοπή-Ηραίο, αλλά να γυρίσουμε προς τα Καλανήσια, γνωστά κι ως Αλκυονίδες, για όσους ζήσαν το σεισμό του 1981).


Οι σταγόνες σταμάτησαν να μας παρενοχλούν, αλλά το φθινοπωρινή φόντο καλά κρατεί. Κι έτσι το κόβουμε απευθείας πτος τα νησιά με μια διάθεση ακούραστης ευφορίας. Κι όντως σε «λίγο» βρισκόμαστε στο πρώτο από τα τέσσερα νήσια. Μια σκουρόχρωμη παραλία δημιουργεί μικρό κόλπο, όπου μας υποδέχονται τρελαμένοι γλάροι, που κρώζουν αδιάκοπα. Συνεχίζουμε προς τις άλλες νήσους, και καταλήγουμε στην χαρακτηριστική με το μοναστήρι. Το πέρασμα από το ακρωτήρι της Σκαλωσιάς μέχρι εδώ είναι περίπου 4,5 μίλια.


Αποθαλασσώνουμε στην «σκουριασμένη» παραλία και απολαμβάνουμε τα τελευταία δείγματα ήλιου.Αντίθετα στα βουνά της Στερεάς οι καταιγίδες μαίνονται απειλητικές, αλλά εμείς μπορούμε να χαλαρώσουμε. Μια θαλάσσια δίοδος χαράζει αόρατα σύνορα, και κρατάει μακρυά τον άσχημο καιρό. Πέρα βρέχει λοιπόν, και μαζεύουμε ξύλα για να υποδεχτούμε μια αρκετά δροσερή και υγρή νύχτα. Αν υπάρχει χρόνος κι όρεξη, επιβάλλεται μια κυκλική πορεία μεταξύ των νησιών.

Το ξύπνημα γίνεται αρκετά νωρίς, και ο ήλιος χρωματίζει μαγικά την κόκκινη παραλία, μας μαγνητίζει σα να θέλει να μας κρατήσει κι άλλο. Δυστυχώς είναι ώρα να γυρίσουμε, ρίχνουμε τα καγιά στο νερό και εξορμούμε για την απέναντι ακτή, διαλέγοντας πλέον την πιο κοντινή διαδρομή. Η θάλασσα έχει φουσκώσει και τα σύννεφα γίνονται σύντομα το καπέλο μας. Βγαίνουμε Στραβά και κλείνουμε τον μικρό κύκλο μας. (Η απόσταση από τα Καλανήσια για μια παραλία δίπλα από τα Στραβά, και μετά στον οικισμό είναι περίπου 3,5 μίλια. Σύνολο διαδρομής: 12 μίλια). Κρατάμε μια γεύση ρετσινιού και λύνουμε τις βάρκες ύπο την απειλή μιας δυνατής βροχής.


Σημείωση Α: Η διαδρομή επαναλήφθηκε με κάποιες εναλλαγές ύπο άλλες καιρικές συνθήκες, δηλαδή όταν φυσούσε βοριαδάκι μικρής έντασης. Τότε οι συνθήκες αλλάζουν, έτσι το πέρασμα για τα Καλανήσια γίνεται πιο απαιτητικό, καθώς ο καιρός είναι κόντρα, ενώ στα ανοιχτά εμφανίζονται αρκετά μεγάλα κύματα. Επίσης στην ακτογραμμή από Στραβά προς Σκαλωσιά, μετά τον όρμο των μικρών Στραβών, εμφανίζεται πάλι κόντρα καιρός, και μεγάλη ανακωτοσούρα λόγω ισχυρού αντιμάμαλου.

Σημείωση Β: Η πρώτη και η τρίτη φωτογραφία, δυστυχώς δεν είναι από την δικιά μας μηχανή, αλλά από το Panoramio, καθώς η συννεφιά στερούσε την πανέμορφη αντίθεση των χρωμάτων. Χρειάστηκε η επαναληπτική διαδρομή για να απολαύσουμε τα τοπία τούτα με ήλιο, όμως δεν υπήρχε φωτογραφική.

Πατήστε για μεγέθυνση

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010

Ζέστη χωρίς Αλάτι

Ο ήλιος είχε καθηλώσει ολάκερη την πόλη σε δίχτυα φωτιάς για άλλη μια φορά. Πολλοί θα ήθελαν να κρυφτούν σε σκιές ή σε τεχνητές δροσιές, κάποιοι θα ήθελαν να βρίσκονται μέσα στη θάλασσα. Κι όμως οι περισσότεροι έμοιαζαν τελικά, να κολυμπάνε μέσα σ' ένα καζάνι που βράζει. Στους πόσους βαθμούς να καίγεται αυτή η πόλη;
Καθηλωμένος κι εκείνος, όπως χιλιάδες, στο κέντρο της πόλης, κάθεται και ζυγίζει την αποπνικτική ατμόσφαιρα, αν και στο χθεσινό του όνειρο χιόνιζε. Τώρα αναλύει την υγρασία και υπολογίζει ότι κάθε βήμα κοστίζει μισό ποτήρι νερό. Άραγε μπορεί να φτάσει κάποιος ζωντανός μέχρι το απέναντι πεζοδρόμιο;


Το κεφάλι γυρίζει τρελαμένο από αντανακλάσεις, ενώ τα πόδια κολλάνε και βουλιάζουν στην πυρωμένη άσφαλτο. Φαίνεται ότι αρχίζει και υγροποιείται, γίνεται ένας καυτός χυλός που κυνηγάει να πνίξει τους άσκοπως περιπλανώμενους. Λίγο νερό στο πρόσωπο για να συνέλθει από τις παραισθήσεις, συνεχίζει το περπάτημα προσπαθώντας να τιθασεύσει την φαντασία.
Τελικά βρίσκεται στο λάθος μέρος την κατάλληλη στιγμή. Βλέπει τον τρελό να φυτεύει σπόρους στο τσιμέντο, βλέπει περαστικούς να τους ποτίζουν άθελα τους με ιδρώτα, ακούει μια πόλη να αγκομαχάει, και δεν φταίει μόνάχα η ζέστη. Κάτι μαγειρεύεται σε τούτο το καζάνι, κι όμως λείπουν πολλά, κι όχι μονάχα το αλάτι.


"Τα πράγματα που είναι στρογγυλά δεν εχουν τέλος, ούτε αρχή", του λέει με αθώο βλέμμα και τον κοιτάζει πονήρα. Η θερμοκρασία δεν σταματάει να ανεβαίνει, απόψε μπορεί να γίνει και η έκρηξη. Μια σιωπηλή υπόσχεση, μια αφελής παραδοχή, κι ένα ταξίδι μακρινό, απροσδιόριστο κολλάνε μεταξύ μπλούζας και δέρματος. Πότε κοιτάζει τα σύννεφα στην δύση, και πότε μελετάει τις καμπύλες της. Κι ύστερα ρίχνει μια βουτιά, κι όλα φαίνονται να σβήνουν προσωρινά... ελπίζ0ντας σύντομα να βάλει αέρα!!!