Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Γαλοπούλα Αλά Εκλεκτιόνες

Καμιά φορά το αργό πράγμα αργεί να γίνει, αλλά καμιά φορά το βιαστικό έχει άλλη νοστιμιά. Με τέτοιες σκέψεις χοροπήδουσε ανάλαφρη η γαλοπούλα, και συγκεκριμένα λικνιζόταν σε ένα όμορφο κλασικό κομμάτι. Μπορεί να μην ήταν σε λιβάδι, αλλά απλά σε μια πειραματική σχολή. Όμως ήταν σίγουρη ότι ήταν η εκλεκτή, κι έτοιμη για μεγαλεία. Βοσκούσε ανέμελα, έκανε μια ισορροπημένη διατροφή, παρακολουθούσαν τον σφυγμό της ενίοτε, της έβαζαν κι άκουγε Βιβάλντι, Μότσαρτ, Μπετόβεν και θεωρούσε τον εαυτό της πολύ καλλιεργημένο.



Όταν την διαλέξανε μεταξύ άλλων χιλιάδων, εκείνη κατάλαβε ότι είχε έρθει η ώρα της μεγάλης θυσίας. Ήταν έτοιμη και προετοιμασμένη, κι έτσι συνέχιζε να χορεύει χωρίς κεφάλι και πούπουλα. Θέλησε να δείξει την ευχαρίστηση της, αλλά δεν πρόλαβε γιατί την βουτήξανε σε ένα κουβά με κρύο νερό. Επιτέλους ξεκινούσε η μύηση στον κόσμο που τόσο περίμενε, λίγη υπομονή να τελειώσουν τα βαφτίσια και θα ερχόταν η μεγάλη της ώρα. 

 

Μέσα της αντηχούσαν οι τέσσερις εποχές, όταν από το χειμώνα του παγωμένου νερού, πέρασε στην Άνοιξη, καθώς την πλένανε και την καθαρίζανε. Το ένοιωθε, ότι επιτέλους ερχόταν η ώρα της, δεν μπορεί να αργούσε πια. Ένοιωθε να την πασπατεύουν και να τις απλώνουν μια λαδερή κρέμα. Φυσικά, έπρεπε να είχε ωραία επιδερμίδα, πως θα εμφανιζόταν χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία. "Όλα πηγαίναν καλά" σκεφτόταν, "άξιζε τούτη η βουτιά. Μαζί με τούτες τις κρέμες, θα έχω ένα τέλειο και σφιχτό δέρμα..."




Το καλοκαίρι ήρθε πιο γρήγορα απ' ότι υπολόγιζε, καθώς την ξαπλώσαν σε ένα μεταλλικό κρεβάτι και η θερμοκρασία άρχιζε να ανεβαίνει σε υψηλά επίπεδα. Και μάλιστα η διάρκεια του ήταν μεγάλη, κι εκείνη ξεροψήθηκε σε τούτο το χώρο. Δεν περίμενε ότι την θέλανε και μαυρισμένη, αλλά θα τα υπόμεινε όλα μέχρι την μεγάλη στιγμή. Τόσα της είχαν υποσχεθεί, τόσα βασανιστήρια και ταπεινώσεις είχε περάσει. Σιγά μην λύγιζε με λίγη ζέστη, η οποία εξάλλου της θύμιζε τους καύσωνες το καλοκαίρι.




Ύστερα την βγάλανε και την ακουμπήσαν σε ένα πορσελάνινο ανάκλιντρο. Την κοιτούσαν με λατρεία και έβλεπε όλους γύρω της να περιμένουν ανυπόμονοι. Μάλλον σε λίγη ώρα, θα ερχόταν εκείνη η στιγμή που τόσο περίμενε. Δεν εβλεπε το μελαγχολικό φθινόπωρο που ερχόταν ακόμη.
Μόνο όταν είδε το μαχαίρι να την ξεσκίζει και να την κομματιάζει, και τα πηρούνια να κάνουν ορμητική επίθεση προς το μέρος της κατάλαβε ότι κάτι άλλο είχε φανταστεί, κάτι άλλο τις είχαν τάξει. 
"Μα αυτοί ετοιμάζονται να με φάνε..." ήταν η πρώτη και η τελευταία σωστή σκέψη της.